Απεβίωσε στης 13 Οκτωμβρίου το 2016 σε ηλικία 90 ετών, ο Ντάριο Φο, θρύλος στο χώρο του στρατευμένου Θεάτρου. Η μεταφορά του φέρετρου του Ιταλού διανοούμενου και καλλιτέχνη από το θέατρο Piccolo Teatro Strehler μέχρι την πλατεία Ντουόμο, συνοδεύθηκε από τη μουσική του γνωστού τραγουδιού «Bella Ciao», ισχυρό σύμβολο της αντίστασης στον φασισμό.
Ο Φο ενσάρκωνε ένα θέατρο ταυτόχρονα λαϊκό και στρατευμένο, που τοποθετείται ηθελημένα εκτός συστήματος. Στις μέρες μας θεωρείται ο διασημότερος πολιτικός σχολιαστής και οι παραστάσεις των έργων του ανεβαίνουν πολύ συχνά μεταφέροντας στο κοινό τα διαχρονικά τους μηνύματα. Το έργο του είχε ένα σκοπό ο οποίος αποτυπώνεται σε δικά του λόγια ως εξής: «Η εξουσία φοβάται όποιον ανεβάζει στη σκηνή το σκοτεινό της πρόσωπο και καλά κάνει».
Για το σύνολο του έργου του, ο Ντάριο Φο, ο λογοτέχνης, ο θιασάρχης, ο σκηνογράφος, είχε βραβευθεί το 1977 με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Ο Φο γεννήθηκε στο Λεγκιούνο-Σαντζιάνο της Ιταλίας. Ο πατέρας του ήταν διευθυντής των ιταλικών σιδηροδρόμων και ως εκ τούτου η οικογένεια άλλαζε συχνά κατοικία λόγω των μεταθέσεων του. Ο πατέρας του ήταν επίσης ερασιτέχνης ηθοποιός και σοσιαλιστής. Ο Ντάριο έμαθε την τέχνη της διήγησης απ' την γιαγιά του και από Λομβαρδούς ψαράδες και φυσητές γυαλιού.
Το 1940, μετακόμισε στο Μιλάνο για να σπουδάσει αρχιτεκτονική στη Brera Art Academy, αλλά ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος τού χάλασε τα σχέδια. Η οικογένειά του πήρε μέρος στην αντιφασιστικό αγώνα και λέγεται πως βοηθούσε τον πατέρα του να φυγαδεύει πρόσφυγες και στρατιώτες των Συμμάχων στην Ελβετία. Κοντά στο τέλος του πολέμου, ο Φο στρατολογήθηκε στο στρατό της Δημοκρατίας του Σαλό, αλλά δραπέτευσε και κατάφερε να κρυφτεί για το υπόλοιπο του πολέμου.
Σε όλη του σχεδόν την καλλιτεχνική σταδιοδρομία, είχε στο πλευρό του τη σύζυγό του και ηθοποιό Φράνκα Ράμεμε την οποία παντρεύτηκαν το 1954. Το 1955 ο Φο και η Ράμε δούλεψαν σε κινηματογραφικές παραγωγές στη Ρώμη. Ο γιος τους Τζάκοπο, γεννήθηκε στις 31 Μαρτίου του ίδιου έτους. Το 1956 ο Φο κι η Ράμε έπαιξαν μαζί στην ταινία του Κάρλο Λιτσάνι, Ο περίεργος (Lo svitato). Κι άλλες ταινίες ακολούθησαν.
Αντισυμβατικός, με μοναδικό ταλέντο στον αυτοσχεδιασμό, ο Ντάριο Φο είχε αναπτύξει και εντονότατη πολιτική δράση: στην δεκαετία του '70 είχε στηρίξει, μεταξύ, των άλλων, τον αγώνα των ελλήνων αντιστασιακών κατά της χούντας των συνταγματαρχών. Το 1969 είχε υπερασπισθεί τον Ιταλό αναρχικό Tζουσέπε Πινέλλι, ο οποίος είχε κατηγορηθεί αδίκως για θανατηφόρα βομβιστική έκρηξη στο Μιλάνο. Ο Πινέλι έπεσε από παράθυρο της αστυνομικής διεύθυνσης του Μιλάνου κατά την διάρκεια της ανάκρισής του και μεγάλο μέρος της ιταλικής κοινής γνώμης, αλλά και των διανοουμένων , υποστήριξε με έμφαση ότι ο θάνατός του δεν οφειλόταν σε αυτοκτονία. Αυτό έγινε αφορμή για την συγγραφή του έργου του Φο «ο Τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού», το οποίο έγινε πολύ γνωστό ανά το παγκόσμιο.
Πολύ γνωστά είναι επίσης τα έργα: «Μυστήριος μπούφος», «Κλέβε λιγότερο», «Δεν πληρώνω ! Δεν πληρώνω !», «Οι αρχάγγελοι δεν παίζουν φλίπερ» και πολλά άλλα. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί και ανέβει σε θέατρα όλου του κόσμου, ενώ μέσα από αυτά είχε ασκήσει κριτική, μεταξύ των άλλων, στην πολιτική της Καθολικής εκκλησίας για τις αμβλώσεις, τις πολιτικές δολοφονίες, το οργανωμένο έγκλημα, την πολιτική διαφθορά και το Μεσανατολικό.
Το 2006, ο Φο ήταν υποψήφιος για δήμαρχος του Μιλάνο και πήρε πάνω από το 20% των ψήφων με τη στήριξη της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης.
Μαρία Τηλεγράφου
(Εφημερίδα «Νεολαία», Νοέμβριος 2016, Τεύχος 174)