Η αυτοθυσία των απεργών έγραψε μια από τις πιο λαμπρές σελίδες της ιστορίας της εργατικής τάξης
Οι μεγάλοι απεργιακοί αγώνες της δεκαετίας του 1940 και ειδικά του 1948 ήταν οι πιο σημαντικοί από όσους πραγματοποίησε η Κυπριακή εργατική τάξη. Από τους αγώνες του 1948 μπήκαν οι βάσεις για να αναγνωριστεί το δικαίωμα των εργατών για τη διαπραγμάτευση των όρων εργασίας.
Το μεγάλο ταξικό αγώνα του 1948 έδωσαν αδελφωμένοι Ε/Κ και Τ/Κ εργάτες, απέναντι στην αποικιακή κυβέρνηση, την ξένη και ντόπια εργοδοσία αλλά και απέναντι στην αντεργατική και απεργοσπαστική στάση της δεξιάς.
Η πρώτη μεγάλη ταξική μάχη άρχισε με τις απεργίες των 2100 μεταλλωρύχων της αμερικάνικης εταιρείας, CMC, που κράτησε 121 ημέρες, με την αίτημα την αύξηση των μισθών, μείωση των ωρών εργασίας, πληρωμή των υπερωριών και άδεια ανάπαυσης. Σε αυτή τη μάχη, δυνάμεις των αποικιοκρατών άνοιξαν πυρ εναντίον των απεργών με αποτέλεσμα πολλούς τραυματισμούς. Στις απεργίες αυτές, καταδικάστηκαν 77 απεργοί σε φυλάκιση από 2 μήνες μέχρι 2 χρόνια και σε εκατοντάδες άλλους επιβλήθηκε πρόστιμο. Σημαντικό ήταν όμως ότι οι μεταλλωρύχοι κατέκτησαν αυξήσεις ύψους 33%, αναγκάζοντας την εταιρεία να διαπραγματευτεί.
Συνέχεια έδωσε η απεργία των αμιαντωρύχων, που διήρκησε 29 ημέρες και σε αυτήν φυλακίστηκαν πάνω από 60 εργάτες. Αιτήματα ήταν η αύξηση των μισθών, η πληρωμή των υπερωριών τις Κυριακές, η αναγνώριση της επιτροπής εργατικών διαφορών, η επιδιόρθωση εργατικών κατοικιών και η επαναπρόσληψη των απολυμένων.
Η χρονιά έκλεισε με την απεργία των 1200 οικοδόμων, που κράτησε 118 ημέρες. Αιτήματά τους ήταν η αύξηση των μισθών και η αύξηση της εργοδοτικής εισφοράς στις κοινωνικές ασφαλίσεις. Κατά την απεργία αυτή 60 οικοδόμοι καταδικάστηκαν και φυλακίστηκαν.
Σταθερός σύμμαχος και καθοδηγητές στους αγώνες των εργατών ήταν το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου – ΚΚΚ και μετέπειτα ΑΚΕΛ - μαζί με το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, την ΠΕΟ. Το ΑΚΕΛ αναγνώριζε ότι η προϋπόθεση επιτυχίας των αγώνων των εργατών ήταν η οργάνωση τους όχι μόνο στο Κόμμα αλλά και στις Συνδικαλιστικές Οργανώσεις, ενώ η εφημερίδα του Κόμματος «Νέος Άνθρωπος» διαφώτιζε και κινητοποιούσε το λαό σχετικά με τον αγώνα των απεργών.
Μέσα από την ενότητα που καλλιεργούσε σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους εργάτες, το Κόμμα στάθηκε δίπλα τους στην πρώτη γραμμή της μάχης. Διαπαιδαγωγούσε ταξικά και πολιτικά δεκάδες εργάτες, Ε/Κ και Τ/Κ, που έμπαιναν στην πρωτοπορία και στην καθοδήγηση των απεργιών.
Αν και τα αιτήματα των Ε/Κ και Τ/Κ εργατών ήταν δικαιολογημένα, πέραν της κάθετης άρνησης της εργοδοσίας, συνάντησαν λυσσαλέα αντίδραση από τους αποικιακούς αστυνομικούς, την απεργοσπαστική στάση της ΣΕΚ αλλά και την εχθρική στάση της Εκκλησίας. Ενδεικτική της στάσης της εκκλησίας ήταν η εγκύκλιος, που καλούσε τους απεργούς να παραδοθούν, ενώ παράλληλα η ΣΕΚ με ανακοίνωσή της παρότρυνε την αποικιακή αστυνομία να ζητήσει τη βοήθεια του αγγλικού στρατού προκειμένου «να παταχθεί η κομμουνιστική αναρχία άπαξ και δια παντός». Η ΣΕΚ έφτασε ακόμα και στο σημείο να γυρίζει τα χωριά, μαζεύοντας απεργοσπάστες για την Αμερικάνικη Εταιρεία.
Η φιλία, η συνεργασία, η ταξική συναδέλφωση Ε/Κ και Τ/Κ, η ενότητα, η αυτοθυσία, η αλληλεγγύη των απεργών του 1948 αποτελεί μια από τις πιο λαμπρές σελίδες της ιστορίας της εργατικής τάξης της Κύπρου. Η σχέση με τους Τ/Κ συμπατριώτες μας δεν είναι ούτε ευκαιριακή αλλά ούτε και περιορίζεται στη σφαίρα της ψυχολογικής προσέγγισης όπως προσπαθούν ορισμένοι να μας πείσουν. Αντίθετα, οι σχέσεις των δύο κοινοτήτων είναι βαθιά ριζωμένες στους κοινούς αγώνες ενάντια στην εκμετάλλευση αλλά και τον ιμπεριαλισμό. Οι κοινοί αγώνες του 1948 υπήρξαν έκφραση αυτής της σχέσης και απόδειξη της προοπτικής αυτού του λαού, εάν αφεθεί να διαφεντέψει επιτέλους τον τόπο του χωρίς κηδεμόνες.