Δολοφονίες προοδευτικών τουρκοκυπρίων
Στις 11 του Απρίλη 1965 έπεσαν από τα δολοφονικά βόλια της τρομοκρατικής οργάνωσης ΤΜΤ, οι ήρωες της φιλίας και της συνεργασίας Ε/κυπρίων και Τ/κυπρίων, Ντερβίς Αλί Καβάζογλου και Κώστας Μισιαούλης. Τους βρήκε ο θάνατος αγκαλιασμένους στον παλιό δρόμο Λευκωσίας-Λάρνακας, κοντά στην Κόσιη. Οι συνθήκες μέσα στις οποίες διαπράχτηκε το έγκλημα, ήταν συνθήκες ανωμαλίας και κλιμάκωσης της συνομωσίας κατά της Κύπρου και του λαού της. Με πρωταγωνιστές τα γνωστά ιμπεριαλιστικά «κέντρα ισχύος» επιβλήθηκε με δόλια μέσα η πολιτική του «διαίρει και βασίλευε», για να εκμεταλλεύονται οι ξένοι ανενόχλητα την στρατηγική θέση της Κύπρου.
Το ιστορικό πλαίσιο της δολοφονίας των Καβάζογλου - Μισιαούλη
Η δολοφονία του Ντερβίς Αλί Καβάζογλου και του Κώστα Μισιαούλη δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία» αλλά η κατάληξη μιας δύσκολης και ανηφορικής πορείας, μιας ενσυνείδητης και καλά σχεδιασμένης επιχείρησης, που στόχο είχε τη φίμωση και την επιβολή του νόμου της σιωπής και του νεκροταφείου στην τουρκοκυπριακή κοινότητα. Ήταν ακόμη κάτι παραπάνω. Ο προπομπός των γνωστών επεκτατικών μισαλλόδοξων σχεδίων των εθνικιστών και στις δύο κοινότητες, καθώς και των βλέψεων της Τουρκίας σε βάρος της Κύπρου, με την υπόθαλψη και ενίσχυση των Άγγλων και των Αμερικανών που ανήγαγαν τον φανατισμό στις δύο κοινότητες της Κύπρου σε κύριο συστατικό της γενικότερης πολιτικής τους στην περιοχή. Ήταν η συνέχεια της αναταραχής που ξεκίνησε από το 1963, και ακόμη πιο πριν, με τις συγκρούσεις που προκάλεσαν οι σοβινιστές, και είχαν ως αποτέλεσμα τους τη χάραξη της γραμμής αντιπαράθεσης και των θυλάκων.
Μέσα από το κείμενο που ακολουθεί, περιγράφεται η κατάσταση που επικρατούσε την τότε περίοδο στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, καταγράφοντας επίσης τις δολοφονίες και άλλων προοδευτικών Τ/κυπρίων. Το πιο κάτω κείμενο αποτελεί απόσπασμα από ειδικό λεύκωμα το οποίο εκδόθηκε μετά τη δολοφονία των δύο άξιων παιδιών της Κύπρου από την Πατριωτική Οργάνωση Τούρκων Κυπρίων.
Το ιμπεριαλιστικό δόγμα «διαίρει και βασίλευε» είναι η βάση της αποικιακής πολιτικής των Άγγλων σ’ όλους τους τόπους, σ’ όλες τις εποχές.
Όταν κατά τη διάρκεια των μεταπολεμικών χρόνων ο αντιαποικιακός αγώνας του κυπριακού λαού άρχισε να οργανώνεται συστηματικά, να εντείνεται, να εκδηλώνεται ολοένα και πιο μαχητικά και να επηρεάζει την προοδευτική μερίδα των Τούρκων εργαζομένων, οι Βρετανοί αποικιστές προσεταιρίστηκαν την τουρκοκυπριακή σοβινιστική ηγεσία, με σκοπό να ενισχύσουν τη θέση τους μέσα στον τ/κυπριακό πληθυσμό, να την προβάλουν σαν το αντίπαλο δέος της ε/κυπριακής πλευράς και να την αντιπαρατάξουν στον αγώνα της για αυτοδιάθεση.
Συστηματικά και μεθοδικά καλλιεργούσαν ανάμεσα στην κοινότητα το διαιρετικό πνεύμα, υποδαύλιζαν τα σοβινιστικά πάθη, το φανατικό μίσος και τις φυλετικές αντιθέσεις και μπόρεσαν έτσι την κατάλληλη στιγμή να προκαλέσουν βαθύ ρήγμα ανάμεσα στον κυπριακό λαό, Έλληνες και Τούρκους.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας 1950-1960 η σοβινιστική τ/κυπριακή ηγεσία σε συνεργασία με την αντιδραστική κυβέρνηση Μεντερές (Κυβέρνηση Τουρκίας), πιστό υπηρέτη των Βρετανών αποικιστών, προσπαθεί να καθυποτάξει την κοινότητά μας (τ/κυπριακή κοινότητα) και να διασπάσει την ενότητα του κυπριακού λαού. Το 1958 με τις τρομοκρατικές της ομάδες οργανώνει, με την έμπνευση και βοήθεια των αποικιστών, βανδαλισμούς και επιθέσεις εναντίον Ελλήνων και ανοίγει το δρόμο για τη σημερινή τραγωδία του κυπριακού λαού.
Ακουμπώντας τις πλάτες στην υποστήριξη της αγγλικής διοίκησης μια χούφτα τυχοδιώκτες, φανατισμένα σοβινιστικά στοιχεία με φασιστικές αντιλήψεις, κατόρθωσαν με την τρομοκρατία και την απάτη να υποδουλώσουν την κοινότητά μας. Η φασιστική αυτή ηγεσία εξοντώνει κάθε αντιπολιτευτικό στοιχείο, πνίγει κάθε συνετή φωνή που δοκιμάζει να μιλήσει τη φωνή της λογικής, να υποδείξει ότι κοινά είναι τα συμφέροντα των Ελλήνων και Τούρκων Κυπρίων, να σημαδέψει τον κοινό εχθρό – τον βρετανικό ιμπεριαλισμό – και να φωτίσει τον ορθό δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν οι Έλληνες και οι Τούρκοι της Κύπρου για το κοινό καλό, το ευτυχισμένο κοινό μέλλον.
Με την ολόπλευρη υποστήριξη των Άγγλων αποικιστών, κατορθώνει να κυριαρχήσει πάνω στους Τούρκους της Κύπρου σαν μια δεύτερη εξουσία. Ο σοβινισμός, ο φασισμός και ο αντικομμουνισμός ήταν οι κατευθυντήριες γραμμές της πολιτικής και τακτικής αυτής της κλίκας.
Ωστόσο, παρόλες τις διασπαστικές προσπάθειες, Τούρκοι και Έλληνες συνεχίζουν ως το 1958 να ζουν ειρηνικά και να συνεργάζονται. Χιλιάδες Τούρκοι ανήκουν σε διάφορες συνδικαλιστικές, αγροτικές και άλλες οργανώσεις μαζί με Έλληνες και αγωνίζονται από κοινού για τα κοινά δίκαια.
Αυτό ήταν ένα σοβαρό εμπόδιο στα διασπαστικά σχέδια και τις επιδιώξεις του ιμπεριαλισμού και των Τούρκων πρακτόρων του. Το ιμπεριαλιστικό διαιρετικό σύνθημα για το δήθεν αδύνατο της ειρηνικής συμβίωσης Ελλήνων και Τούρκων στην Κύπρο, δεν μπορούσε να σταθεί και να βρει απήχηση ανάμεσα στις μάζες των Τουρκοκυπρίων εργαζομένων.
Έτσι, χέρι με χέρι οι Βρετανοί αποικιστές και οι Τουρκοκύπριοι σοβινιστές ηγέτες βάλθηκαν να καταστρέψουν με κάθε τρόπο τη φιλία των Ελλήνων και Τούρκων και το αίσθημα της ειρηνικής συμβίωσης κα συνεργασίας που για αιώνες θέρμαινε τις σχέσεις των δύο κοινοτήτων και δυνάμωνε ολοένα και περισσότερο με την ανάπτυξη του εργατικού και του αγροτικού κινήματος στην Κύπρο.
Αυτή τη διασπαστική πολιτική προωθούσαν οι τ/κυπριακές εφημερίδες που εξυπηρετούσαν τα συμφέρονταν των Άγγλων ιμπεριαλιστών και καλλιεργούσαν συστηματικά το φυλετικό φανατισμό και το μίσος ενάντια στον ελληνικό κυπριακό πληθυσμό.
Μόνο μια φωνή «παράτονη» ακουγόταν ανάμεσα στις τ/κυπριακές εφημερίδες. Ήταν η φωνή των Τ/κυρίων δημοκρατών, που έβρισκε την έκφρασή της από τις στήλες μιας τουρκικής εβδομαδιαίας εφημερίδας, της «ΙΝΚΙΛΑΠΨΙ». Η μικρή αυτή δημοκρατική εφημερίδα είχε την τόλμη να αντιμετωπίσει του Άγγλους αποικιστές και τους Τουρκοκύπριους σοβινιστές ηγέτες και να προβάλει τη σωστή πολιτική της ειρηνικής συμβίωσης Ελλήνων και Τούρκων και να διακηρύττει ότι κοινός είναι ο αντιιμπεριαλιστικός – αντιαποικιακός αγώνας Ελλήνων και Τούρκων Κυπρίων εναντίον του κοινού εχθρού – του βρετανικού αποικιακού καθεστώτος.
Η φωνή αυτή της σύνεσης και της λογικής έσβησε το Δεκέμβρη του 1955. Την έπνιξε ο δήμιος του ιμπεριαλισμού – το αποικιακό καθεστώς με όργανο του τον Χάρτινγκ στην προσπάθεια του να καταστείλει τον αγώνα του κυπριακού λαού.
Η «εκτέλεση» όμως της «ΙΝΚΙΛΑΠΨΙ» δεν ικανοποίησε πλέρια, ούτε τον ιμπεριαλισμό, ούτε τη φασιστική τουρκοκυπριακή ηγεσία. Έπρεπε να σιγήσει η φωνή, να στραγγαλιστεί η φωνή όλων των δημοκρατικών Τούρκων που αποκηρύττουν και καταγγέλλουν το σοβινισμό και το φυλετικό φανατισμό της τ/κυπριακής ηγεσίας. Έπρεπε να σιγήσει η φωνή όλων εκείνων που αψηφούν την τρομοκρατία και με κίνδυνο της ζωής τους, συνεχίζουν να διαφωτίζουν τις μάζες του τουρκικού πληθυσμού και ξεσκεπάζουν τους πουλημένους στον ιμπεριαλισμό τουρκοκύπριους ηγέτες. Έπρεπε να εξοντωθούν με την βία όλοι εκείνοι που αγωνίζονται για την αποκατάσταση, την διατήρηση και την επέκταση των φιλικών σχέσεων, της αδελφικής συνεργασίας και της αρμονικής συμβίωσης των δύο κοινοτήτων.
Όταν με την υποδαύλιση των βρετανών αποικιστών άρχισαν οι βανδαλισμοί, οι εμπρησμοί και οι καταστροφές ελληνικών περιουσιών, αντί να συλληφθούν οι ηθικοί αυτουργοί και τα εκτελεστικά όργανα, οι Τουρκοκύπριοι ηγέτες και τα παραπλανημένα, φανατισμένα νεαρά πρόσωπα, που εκτελούσαν τυφλά τις διαταγές τους, συλλαμβάνονται εκείνοι που καταδίκαζαν αυτές τις ενέργειες, οι Τούρκοι δημοκράτες, οι πολιτικοί και εργατικοί ηγέτες. Και από κοινού, Τ/κυπριακή ηγεσία και βρετανοί αποικιστές οργανώνουν την εξόντωση τους. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις οξύνονται ολοένα και περισσότερο τους πρώτους μήνες του 1958. Το ραδιόφωνο της Άγκυρας μιλά καθημερινά για το αδύνατο της ειρηνικής συμβίωσης Ελλήνων και Τούρκων Κυπρίων και για το διαμελισμό της νήσου που είναι τώρα… ζήτημα ημερών.
Μέσα σε τέτοιο κλίμα ήταν εύκολο για τη φασιστική ηγεσία να καλλιεργήσει τη συκοφαντία για δήθεν προδοσία ενάντια σε όλους εκείνους που αντιδρούσαν στην έξαλλη πολιτική της.
Ωστόσο, η ίδια η ζωή διαψεύδει και γελοιοποιεί τους ισχυρισμούς της Άγκυρας και των σοβινιστών Τ/κύπριων ηγετών. Εκατοντάδες Τούρκοι εργάτες παίρνουν μέρος στις πρωτομαγιάτικες εκδηλώσεις της Κυπριακής εργατικής τάξης το 1958. Μαζί με δεκάδες χιλιάδες Ελληνοκύπριους εργάτες, αδελφωμένοι στους δρόμους της Κυπριακής πρωτεύουσας, με επικεφαλής τις εθνικές του σημαίες – ελληνικές και τούρκικες – και τα κόκκινα λάβαρα της πρωτομαγιάς, διαδηλώνουν την απόφασή τους να παλέψουν ενωμένοι για τα κοινά ιδανικά της εργατικής τάξης.
Αυτό δε μπορούσε να το ανεχθεί ούτε ο ιμπεριαλισμός, ούτε οι πράκτορες του – οι Τουρκοκύπριοι ηγέτες. Και τη νύχτα της ίδιας εκείνης πρωτομαγιάς, ορδές έξαλλων Τουρκοκυπρίων λεηλατούν και καίνε τον τούρκικο προοδευτικό αθλητικό – μορφωτικό σύλλογο Λευκωσίας κατηγορώντας τα μέλη τους ότι πουλήθηκαν στους Έλληνες. Το έγκλημα έγινε μπροστά στα μάτια τ ης αποικιακής αστυνομίας, χωρίς όμως να συλληφθεί κανείς.
Την ίδια μέρα της πρωτομαγιάς ο Κουτσιούκ, ένας από τους ηγέτες της κοινότητάς μας εκφωνεί αντικομμουνιστικό λόγο και υποθάλπει τα φυλετικά μίση. Ο εμπρησμός του οικήματος του αθλητικού-μορφωτικού συλλόγου έδωσε το σύνθημα για να αρχίσουν οι επιθέσεις για την εξόντωση των προοδευτικών, δημοκρατικών Τούρκων.
Δολοφονικές επιθέσεις σε βάρος Τουρκοκυπρίων
Οι ιμπεριαλιστές και οι ντόπιοι σύμμαχοί τους στην τ/κυπριακή κοινότητα νόμισαν πως για να σιγήσουν τη φωνή της φιλίας και της αδελφοσύνης, έπρεπε να εξοντώσουν, κυριολεκτικά, δημοκρατικούς Τουρκοκύπριους, πολέμιους της μισαλλοδοξίας και του εθνικισμού. Μέσα στον κατάλογο των θυμάτων συγκαταλέγονται πολλοί προοδευτικοί Τουρκοκύπριοι, μέλη της ΠΕΟ και του ΑΚΕΛ, οραματιστές κοινών αγώνων και προπάντων μιας κοινής πατρίδας.
Στις 22 Μαΐου 1958 πραγματοποιείται η πρώτη απόπειρα σε βάρος του Αχμέτ Σατή, ηγετικού μέλους της ΠΕΟ. Τούρκοι ένοπλοι πυροβολούν αυτόν και τη γυναίκα του.
Στις 24 Μαΐου 1958 δολοφονείται από την ΤΜΤ ο Τ/κύπριος ,υπεύθυνος της εφημερίδας «ΙΝΚΙΛΑΠΨΙ», Φαζίλ Οντούρ (Σελλά). Οι φονιάδες πρώτα τον πυροβόλησαν, έπειτα τον μαχαίρωσαν και στην συνέχεια τον ξαναπυροβόλησαν για να βεβαιωθούν ότι δεν πρόκειται να επιζήσει όπως έγινε με τον Α. Σατή και τη γυναίκα του.
Στις 29 Μαΐου του 1958 δολοφονείται ο Αχμέτ Γιαχγιά, κουρέας, 26 χρονών, μέλος του αθλητικού-μορφωτικού συλλόγου που λεηλατήθηκε τη νύχτα της πρωτομαγιάς του ’58. Ο Αχμέτ πυροβολήθηκε πισώπλατα ενώ κοιμότανε.
Στις 5 Ιουνίου 1958, καταδιώκεται και έπειτα δολοφονείται ο Χασάν Αλή, μέλος επιτροπής συντεχνιακού παραρτήματος οικοδομών. Στις 30 Ιουνίου 1958 πυροβολείται και σκοτώνεται από τούρκους τρομοκράτες ο Αχμέτ Ιμπραήμ. Ο 46χρονος κουρέας δολοφονείται επειδή διατηρεί φιλικούς δεσμούς με Έλληνες που εξέφραζαν απόψεις υπέρ της φιλίας και της συνεργασίας των δύο κοινοτήτων. Στις 3 Απριλίου στην Λεμεσό, ένοπλοι ρίχνουν 5 πυροβολισμούς σε βάρος του Αρίφ Χουλούση Παρουτή. Κόντεψε να πεθάνει γιατί ενώ είχε προειδοποιηθεί αλλεπάλληλες φορές, δε σταμάτησε να εργάζεται σε ελληνική εταιρεία.
ΑΪΧΑΝ ΜΟΥΣΤΑΦΑ ΧΙΚΜΕΤ –
ΑΧΜΕΤ ΜΟΥΖΑΡΕΦ ΓΚΙΟΥΡΚΑΝ
Ο Αϊχάν Μουσταφά Χικμέτ και ο Αχμέτ Μουζαρέφ Γκιουργκάν υπήρξαν ανυπότακτοι Τουρκοκύπριοι αγωνιστές που με τόλμη και αυτοθυσία ξεσκέπασαν πολλές φορές τις ραδιουργίες του ιμπεριαλισμού. Εκδότες της εφημερίδας «Τζιουμχουριέτ» (Δημοκρατία), συνέχισαν να προπαγανδίζουν τη φιλία και την ειρηνική συμβίωση των Ελλήνων και των Τούρκων της Κύπρου, ιδιαίτερα μετά την «εξόντωση» της «ΙΝΚΙΛΑΠΨΙ».
Η φωνή τους μέσα από τις στήλες και τα άρθρα της «Τζιουμχουριέτ», άρχισε να ξεσηκώνει τους τρομοκρατημένους Τουρκοκύπριους και να κλονίζει σιγά – σιγά το τρομοκρατικό καθεστώς του Ντενκτάς. Η ετυμηγορία των σοβινιστών ήταν ξεκάθαρη και απαιτούσε τη δολοφονία των δύο μάχημων δημοσιογράφων. ‘Έτσι και έγινε…
Στις 23 Απριλίου 1962, μετά από αλλεπάλληλες απειλές, κλείνει για πάντα το στόμα των Αχμέτ Γκιουρκάν και Αϊχάν Χικμέτ. Δολοφονούνται άνανδρα μπροστά στις οικογένειές τους. Έπεσαν γιατί πίστευαν στην ειρηνική συμβίωση, τη φιλία και τη συνεργασία των δύο κοινοτήτων. Έπεσαν γιατί αγωνίζονταν να γκρεμίσουν τα διαχωριστικά τείχη που έκτισε ο ιμπεριαλισμός ανάμεσα στους Έλληνες και τους Τούρκους της Κύπρου. Θυσίασαν τη ζωή του για να διαλύσουν το φαρμακερό μίσος και να βοηθήσουν να ανθίσει και να φουντώσει το λουλούδι της φιλίας και της αγάπης ανάμεσα στις δύο κοινότητες.
Το όλο σκηνικό συνθέτει το κλίμα τρομοκρατίας που επικρατούσε ανάμεσα στους Τ/κύπριους με τους συνεχείς εκφοβισμούς, παρακολουθήσεις, ξυλοδαρμούς κλπ.
Με αυτή την πρακτική, οι φασίστες εξανάγκασαν χιλιάδες Τουρκοκύπριους να αποχωρήσουν από τις ενιαίες συνδικαλιστικές αγροτικές και άλλες οργανώσεις. Πολλοί άλλοι αναγκάστηκαν να φύγουν από την Κύπρο και να ζήσουν στο εξωτερικό. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι παρόμοιο και ακόμα χειρότερο κλίμα επικρατούσε στην ε/κυπριακή κοινότητα με πρωταγωνιστές το Γρίβα και τους μασκοφόρους του.
Ο κατάλογος των θυμάτων από τα μισητά βόλια του εθνικισμού μεγαλώνει πολύ περισσότερο αν σε αυτό προσθέσουμε και τους Ελληνοκύπριους δολοφονηθέντες.
ΝΤΕΡΒΙΣ ΑΛΙ ΚΑΒΑΖΟΓΛΟΥ
Ήταν ένας αθεράπευτος οραματιστής της φιλίας Ε/κυπρίων και Τ/κυπρίων και ασυμβίβαστος πολέμιος του σοβινισμού. Τον γάζωσαν με αυτόματα σε εκείνο το μοιραίο ραντεβού με το θάνατο, μαζί με το φίλο και συναγωνιστή του, Κώστα Μισιαούλη, γιατί πάλευε για τη φιλία των δύο κοινοτήτων. Αγαπούσε την Κύπρο και τον πονούσε το μεγάλο δράμα του λαού της. Όταν κάποτε ρωτήθηκε γιατί δε βαπτίζεται, απάντησε: «Εγώ είμαι ένας Τούρκος που αγαπώ την πατρίδα μου την Κύπρο. Θέλετε έναν Τούρκο να βαπτιστεί χριστιανός και να χαθεί μια κοινότητα;». Τον εμψύχωνε και τον ενέπνεε ο μεγάλος Τούρκος ποιητής Ναζίμ Χικμέτ και ιδιαίτερα κάτι που απάγγελε συχνά:
«Σαν δεν καώ εγώ, σαν δεν καείς εσύ, σαν δεν καούμε εμείς,
πως θες να βγούνε τα σκοτάδια στο φώς;»
Και την πίστη και αφοσίωση του σε αυτά τα λόγια την πλήρωσε με τη ζωή του, ποτίζοντας με το αίμα του τον κοινό αγώνα για μια κοινή πατρίδα, αυτήν της ειρήνης, της δημοκρατίας και της προόδου – την Κύπρο. Αυτός ήταν ο Ντερβίς Αλί Καβάζογλου…
Ενώ υπήρχαν και άλλες επιλογές, ο ίδιος βάδισε το δρόμο της τιμής και του καθήκοντος, επιλέγοντας βασικά μια πορεία αναμέτρησης με τον θάνατο. Γνώριζε ότι οι σοβινιστές της ΤΜΤ τον έθεσαν στην μαύρη λίστα του θανάτου, γιατί η πολιτική της συνεννόησης, της συνεργασίας και της ομαλής συμβίωσης ήταν το αντίπαλο δέος που οδηγούσε στη σωτηρία της κοινής πατρίδας και την απόκρουση της απειλής της διαίρεσης και της διχοτόμησης.
Μια μέρα όταν έσφιγγε γύρω του ο δολοφονικός κλοιός της ΤΜΤ πήρε απειλητική επιστολή που ταχυδρομήθηκε από την Άγκυρα με τρείς λέξεις: «Θα πεθάνεις προδότη». Δε λύγισε, ούτε αποκαρδιώθηκε, παρόλο που γνώριζε ότι το τίμημα της πολιτικής επιλογής του θα ήταν ο θάνατος. Δεν έμεινε όμως με σταυρωμένα τα χέρια, ούτε και λιποψύχησε, είχε πάντα το αφοπλιστικό του χαμόγελο.
Ο στιγματισμός του «προδότη» που του κόλλησαν οι εξτρεμιστές της ΤΜΤ και οι σοβινιστές, δεν αποτέλεσε εμπόδιο στην μάχη της ζωής του για την συνεργασία και την αδελφότητα μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Η συμμετοχή και η ενεργός δράση του στο ΑΚΕΛ και στο λαϊκό κίνημα της Κύπρου ήταν η σταθερή παράμετρος της ζωής του, παρά την καταδίκη του σε θάνατο από τους εχθρούς του κυπριακού λαού, τους σοβινιστές και του εξτρεμιστές της ΤΜΤ. Ήταν μια πράξη συνείδησης, γιατί κι ο ίδιος από τη φύση του ήταν ένας οραματιστής μιας κοινωνίας δικαίου και ειρήνης, της σοσιαλιστικής.
Η ιδέα του βίαιου θανάτου δεν τον φόβιζε. Πολλές φορές εκμυστηρεύτηκε σε στενούς φίλους του ότι γνώριζε πως θα τον σκότωναν και ότι συμφιλιώθηκε με την ιδέα του θανάτου. Ποτέ του όμως δε συμβιβάστηκε με τον σοβινισμό και τον μασκαρεμένο με την πατριδοκαπηλία φασισμό και τη διχοτόμηση. Ενώ η τουρκοκυπριακή κοινότητα και η ελληνοκυπριακή βούλιαζαν στο χάος μιας σοβινιστικής λαίλαπας που απειλούσε να συνθλίψει την Κύπρο, ο Ντερβίς Αλί Καβάζογλου, πιστός στο κόμμα του, το ΑΚΕΛ, κατάγγελλε νύχτα και μέρα από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση την αδελφοκτόνο διαμάχη, τις διακοινότητες συγκρούσεις και τον ξένο δάκτυλο που τις υπέθαλπε.
(απόσπασμα από ειδικό λεύκωμα)
Με τις άγριες αυτές δολοφονίες οι φασίστες αρχιτρομοκράτες της ΤΜΤ κατόρθωσαν να υποδουλώσουν τον τουρκοκυπριακό πληθυσμό και να τον αλυσοδέσουν στο ιμπεριαλιστικό άρμα για την εξυπηρέτηση των επιδρομικών σχεδίων και των εκμεταλλευτικών συμφερόντων του ΝΑΤΟ και της τουρκικής κυβέρνησης.
Ο Καβάζογλου ήταν ο πιο γερός-βασικός κρίκος στην αλυσίδα των προοδευτικών Τούρκων, ο πιο γνήσιος εκπρόσωπος αυτής της παράταξης που θαρραλέα κατάγγελλε και καταπολεμούσε τη σοβινιστική πολιτική της τρομοκρατικής οργάνωσης ΤΜΤ.
Γι‘ αυτό και βρισκόταν συνεχώς υπό διωγμό. Από τον καιρό της έκδοσης της «ΙΝΚΙΛΑΠΨΙ», που ο Καβάζογλου ήταν ο βασικός της συντάκτης κι αργότερα με τη συνεργασία του στην «ΤΖΙΟΥΜΧΟΥΡΙΕΤ», έγινε ο κυριότερος στόχος των δολοφόνων πρακτόρων της ΤΜΤ και του ιμπεριαλισμού. Αποπειράθηκαν πολλές φορές να τον σκοτώσουν. Μα πάντα διάφευγε το θάνατο για να συνεχίσει ατρόμητος τον αγώνα ενάντια στη φασιστική τουρκοκυπριακή ηγεσία, ενάντια στον ιμπεριαλισμό, για μια έντιμη και δίκαιη λύση του Κυπριακού προβλήματος, με βάση την ειρηνική αδελφική συμβίωση Ελλήνων και Τούρκων.
Τα άρθρα του Καβάζογλου, οι δημοσιογραφικές συνεντεύξεις του με εφημερίδες του εξωτερικού και του εσωτερικού, οι ομιλίες του από το ραδιόφωνο, οι εμφανίσεις του από την τηλεόραση ήταν ένα καθημερινό κατηγορώ, μια ανοικτή αδυσώπητη καταγγελία των τρομοκρατικών φασιστικών μεθόδων της ξεπουλημένης στον ιμπεριαλισμό τουρκοκυπριακής ηγεσίας. Παράλληλα όμως, τα λόγια του ήταν μηνύματα εμψύχωσης, ελπίδας και θάρρους για τη βασανισμένη μάζα των Τουρκοκύπριων εργαζομένων που στενάζει κάτω από το πέλμα της τρομοκρατίας.
Οι ομιλίες του Καβάζογλου και τα φυλλάδια που δημοσίευε και κυκλοφορούσε συχνά, είχαν βαθιά απήχηση και συναντούσαν πρόθυμη ανταπόκριση ανάμεσα στις μάζες των Τούρκων εργαζομένων.
Έτσι, πολύ γρήγορα πύκνωνε ο κύκλος των Τούρκων πατριωτών γύρω από τον Καβάζογλου, το κίνημα ενάντια στην κλίκα Ντενκτάς-Κουτσιούκ άρχισε να φουντώνει και οι ηγέτες της τρομοκρατίας ένιωθαν κιόλας το έδαφος να φεύγει κάτω από τα πόδια τους.
Οι κίνδυνοι που παραμόνευαν κάθε μέρα και απειλούσαν τη ζωή του Καβάζογλου μεγάλωναν. Ο θάνατος του έστηνε καρτέρι σε κάθε γωνιά. Αλλά ο ηρωικός αγωνιστής, ο γενναίος μαχητής στην προσπάθεια του να υπηρετήσει τα γνήσια συμφέροντα της κοινότητας του -της κοινότητάς μας- δε λογάριαζε ούτε τον κίνδυνο ούτε τις θυσίες. Η τόλμη του τον έσπρωχνε πολλές φορές να εκθέτει τον εαυτό του σε δολοφονικές επιθέσεις.
Ούτε μια στιγμή δε σταματούσε να καταγγέλλει τον ιμπεριαλισμό και τα όργανα του στην Κύπρο, που τα κατάφεραν να διασπάσουν τον κυπριακό λαό και να τον οδηγήσουν σε αδελφοκτονία και αλληλοεξόντωση.
«Οι ιμπεριαλιστές – είπε σε μια από τις τόσες πολλές ομιλίες του – τα κατάφεραν να οδηγήσουν τους νέους της Κύπρου – Έλληνες και Τούρκους – στα βουνά για να πολεμούν ο ένας τον άλλο με όπλα και να σκοτώνουν ο ένας τον άλλο. Αυτοί οι νέοι που ως τα χτες ακόμα δούλευαν μαζί στα ίδια μεταλλεία, αυτοί που πότιζαν με τον ιδρώτα τους την ίδια γη για να τους δώσει ψωμί για τα παιδιά τους. Αυτοί οι ίδιοι νέοι που αγωνίζονταν χέρι με χέρι για να κάμουν τη ζωή τους καλύτερη και να οδηγήσουν τη χώρα τους στην πρόοδο, αυτοί που στα κοινά αθλητικά γήπεδα συναγωνίζονταν με ευγενική άμιλλα για την ωραία νίκη, σήμερα δυστυχώς κουρδίζονται από τους ιμπεριαλιστές να σκοτώνει ο ένας τον άλλο».
«Τα πανάρχαια περήφανα πλατάνια στις όμορφες κυπριακές εξοχές, που για γενεές ολόκληρες συνήθισαν να ακούουν τις γλυκιές μελωδίες των τραγουδιών της ζωής και της ειρήνης, που τραγουδούσαν ομάδες νέων Ελλήνων και Τούρκων με συνοδεία της γλυκιάς μουσικής του ακορντεόν ή της φλογέρας, ρίχνουν τώρα τα κίτρινα φύλλα τους σαν δάκρυα λύπης όταν ακούουν τους πυροβολισμούς των όπλων».
Και συνεχίζει το κατηγορώ του ο Ντερβίς:
«Οι ιμπεριαλιστές, για να προωθήσουν τους απαίσιους σκοπούς των δημιούργησαν τον μύθο και το ψεύδος πως είναι τάχα αδύνατο να συνυπάρξουν ειρηνικά οι δυο κοινότητες στην Κύπρο. Και με τη βοήθεια των πρακτόρων τους ξεσπίτωσαν κάπου 20 χιλιάδες Τούρκους και τους μάντρισαν σε τόπους που δεν διαφέρουν από στρατόπεδα συγκέντρωσης. Σήμερα χιλιάδες Τούρκοι ζουν σαν νομάδες σε αντίσκηνα και στο ύπαιθρο μακριά από τα σπίτια τους, τα χωριά τους, τα χωράφια τους, τις ειρηνικές τους ασχολίες. Τα τούρκικα σχολεία κατώτερα και μέσης εκπαίδευσης είναι κλειστά και χιλιάδες παιδιά στερούνται τη μόρφωση τους. Μια δράκα φασίστες, βοηθούμενοι από τους ιμπεριαλιστές και χρησιμοποιώντας όπλα και φασιστικές μέθοδες άρπαξαν την ηγεσία της τούρκικης κοινότητας. Αυτοί είναι υπεύθυνοι για τα βάσανα του τουρκοκυπριακού πληθυσμού. Η φασιστική αυτή ομάδα εμποδίζει τον τούρκικο πληθυσμό να εκφράσει τα αληθινά του αισθήματα και τις σκέψεις του που στρέφονται ενάντια στον ιμπεριαλισμό».
«Δεν είναι υπερβολή να συγκρίνουμε αυτά τα στρατόπεδα των τουρκοκυπρίων προσφύγων με τα χιτλερικά στρατόπεδα συγκέντρωσης του Μπούχενβαλτ και άλλων. Στο σκοτάδι της νύχτας πυροβολούν και δολοφονούν δημοκρατικούς δημοσιογράφους και προοδευτικούς παράγοντες της κοινότητας μας. Συλλαμβάνουν, απάγουν και φυλακίζουν όσους τολμούν να μιλήσουν ελεύθερα και να εκφράσουν τις σκέψεις τους. Τους βασανίζουν με μεσαιωνικά όργανα χιτλερικής επινόησης. Είμαστε σε θέση να αποδείξουμε με στοιχεία αδιάψευστα αυτά τα τρομερά πράγματα.»
Αυτά είναι ελάχιστα αποσπάσματα ομιλιών του Καβάζογλου που κατόρθωναν να διαπερνούν τα τείχη του μίσους που σήκωσε ψηλά η τουρκοκυπριακή ηγεσία και να φτάνουν ανάμεσα στις απομονωμένες τούρκικες μάζες για να τις εμψυχώσουν, να τις διεγείρουν, να τις κινητοποιήσουν.
Αλλά αυτό ακριβώς δε μπορούσε να το ανεχθεί ο ιμπεριαλισμός και τα όργανα του στην Κύπρο – οι φασίστες ηγέτες της τουρκοκυπριακής κοινότητες.
Η φωνή του Καβάζογλου και τα πατριωτικά κηρύγματα του έπρεπε να σιγήσουν με κάθε τρόπο – όπως σίγησε πνιγμένη στο αίμα και η φωνή του Αϊχάν Χικμέτ και του Αχμέτ Μουζαφέρ Γκιουρκάν την άνοιξη του 1962. Στήθηκε λοιπόν με προσοχή και μελέτη η παγίδα με συνεργό την προδοσία και ο ήρωας Καβάζογλου έπεσε στα χέρια των πωρωμένων δολοφόνων του Ντενκτάς, των πουλημένων εκτελεστικών οργάνων του ιμπεριαλισμού.
Ταξίδευε με αυτοκίνητο από τη Λευκωσία στη Λάρνακα, έχοντας για συντροφιά ένα φίλο του Έλληνα συνδικαλιστή, τον Κώστα Μισιαούλη. Ήταν Κυριακή πρωί 10.30 η ώρα στις 11 του Απρίλη. Μέσα στο δημόσιο δρόμο το αυτοκίνητο έπεσε στην ενέδρα. Τα εκτελεστικά όργανα του ιμπεριαλισμού με ριπές αυτομάτων όπλων θέρισαν κυριολεκτικά τον Καβάζογλου και το Μισιαούλη. Τα πτώματα των δυο φίλων βρέθηκαν αγκαλιασμένα μέσα στο αυτοκίνητο από άντρες περιπόλου των Ενωμένων Εθνών που περνούσε από τον τόπο του εγκλήματος ύστερα από 2 – 3 ώρες.
Οι φασίστες τρομοκράτες της Τ.Μ.Τ. κι ο πάτρονας τους, ο ιμπεριαλισμός, είχαν μια σημαντική «επιτυχία». Εξόντωσαν το καλύτερο παιδί της τουρκοκυπριακής κοινότητας, τον πιο αγνό πατριώτη, το θαρραλέο ατρόμητο μαχητή για τα δίκαια των Τούρκων της Κύπρου, τον πιο θερμό υπερασπιστή της φιλίας και της ειρηνικής συμβίωσης Ελλήνων και Τούρκων, τον πιο φωτισμένο ηγέτη των καταπιεζόμενων μαζών των Τούρκων εργαζομένων, τον ασυμβίβαστο εχθρό του φασισμού, της τρομοκρατίας και του ιμπεριαλισμού. Οι ξένοι ιμπεριαλιστές, οι πράκτορες τους στην Άγκυρα και τα πουλημένα εκτελεστικά όργανα τους στην Κύπρο τα κατάφεραν να εξοντώσουν ένα επικίνδυνο για τα σχέδια τους αντίπαλο.
Η άνανδρη δολοφονία του Καβάζογλου και του Μισιαούλη προκάλεσε τέτοια οργή και αγανάκτηση ανάμεσα στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, σ’ ολόκληρη τη νήσο και στις ξένες χώρες ακόμα, που οι δολοφόνοι τρόμαξαν.
Δεν τόλμησαν να ομολογήσουν το έγκλημα τους. Και κατά τρόπο εξευτελιστικά γελοίο δοκίμασαν να ενοχοποιήσουν την ελληνοκυπριακή πλευρά. Δεν παρέλειψαν ωστόσο να μιλήσουν για τον Καβάζογλου «τον κομμουνιστή που ήταν ανεπιθύμητος στην τουρκική κοινότητα».
Μα η πυρακτωμένη σφραγίδα του άνανδρου δολοφόνου θα στιγματίζει αιώνια το μέτωπο της συμμορίας που εξόντωσε τον Καβάζογλου και όλους τους άλλους Τούρκους πατριώτες. Το μαύρο στίγμα της προδοσίας θα μείνει ανεξίτηλο στο μέτωπο των πουλημένων οργάνων του ιμπεριαλισμού και του αρχηγού τους – του αρχιτρομοκράτη δολοφόνου Ραούφ Ντενκτάς.
Αλλά ας μην πανηγυρίζει ο φασισμός και οι πάτρονες τους – οι Αγγλοαμερικανοί ιμπεριαλιστές για την εξόντωση του Καβάζογλου. Έπεσε ο δρυς, μα γύρω του βλαστάνουν χιλιάδες άλλες παραφυάδες, που γρήγορα θα γιγαντώσουν για να συνεχίσουν το έργο του Τούρκου πατριώτη, του ήρωα Καβάζογλου, για την απολύτρωση της κοινότητας μας από τα νύχια της φασιστικής κλίκας της Τ.Μ.Τ., για την αποκατάσταση των παλιών σχέσεων ειρηνικής συμβίωσης, φιλίας και συνεργασίας Ελλήνων και Τούρκων σ’ αυτή την κοινή πατρίδα, την Κύπρο.
Αυτά τα νέα βλαστάρια θα πάρουν γρήγορα τη θέση του Καβάζογλου στον κοινό αγώνα εναντίον του ιμπεριαλισμού για τη λευτεριά και την πρόοδο της νήσου μας.