Εισαγωγή
Σημαντικό γεγονός στην ιστορία του λαού μας ήταν η υπό όρους εκχώρηση της Κύπρου από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στην Μεγάλη Βρετανία το 1878, γεγονός που έδωσε ψεύτικες ελπίδες στο λαό μας για καλύτερη διαβίωση. Το 1928 διορίστηκε νέος Κυβερνήτης της Κύπρου ο sir Ronald Storrs, αξιωματικός της Βρετανίας με διακρίσεις στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ένα περίπου χρόνο μετά (1929) ξεσπά μια από της μεγαλύτερες καπιταλιστικές κρίσεις μέχρι τότε στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, το λεγόμενο Κραχ. Η έκταση της οικονομικής κρίσης επηρέασε και την Βρετανία σε σημείο που, οικονομικά η Κύπρος, ως αποικία της, να βρεθεί στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Έτσι οι Βρετανοί θα ακολουθήσουν στο νησί μια στυγνή οικονομική πολιτική εις βάρος του κυπριακού λαού.
Οικονομική κατάσταση του νησιού
Όσον αφορά τα οικονομικά δεδομένα, αξίζει να σημειωθεί ότι ένας Βρετανός κρατικός υπάλληλος στο νησί έπαιρνε ημερομίσθιο περίπου 4 λίρες ενώ ένας κύπριος εργάτης περίπου 2 σελίνια. Σε θέματα φορολογίας, ο Κυπριακός λαός όφειλε να καταβάλλει τον Σουλτανικό φόρο υποτέλειας, που υπήρχε επί Τουρκοκρατίας, ο οποίος ήταν υψηλός σε σχέση με τα συνολικά έσοδα της Κύπρου της περιόδου αυτής. Το ποσό αυτό όμως, η Βρετανική Κυβέρνηση από το 1878, δεν το κατέβαλε ποτέ στον Σουλτάνο εξαιτίας της μη πληρωμής των δανείων που χρωστούσε η Οθωμανική Αυτοκρατορία στους Βρετανούς, αλλά το αξιοποιούσε για δικούς της σκοπούς. Ο κυπριακός λαός στην πλειοψηφία του, ζούσε στην φτώχεια και εξαθλίωση, συνέχιζε να πληρώνει ακριβά και επί Αγγλοκρατίας. Με τον ερχομό όμως των Βρετανών στο νησί, αναπτύχθηκε πιο γρήγορα ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, με την εμφάνιση πολυεθνικών εταιρειών, αμερικανικών και βρετανικών συμφερόντων, κυρίως για εκμετάλλευση των μεταλλείων και λιμανιών του νησιού. Σε αυτά τα δεδομένα οι Κύπριοι γίνονται θύματα εργασιακής εκμετάλλευσης, ενώ οι Κύπριοι αστοί συνεργάζονται με τους Βρετανούς πλουτίζοντας εις βάρος των υπολοίπων. Έτσι γίνεται πιο εμφανής ο διαχωρισμός του λαού μας σε εργατική και σε αστική τάξη. Η αστική τάξη, φυσιολογικά είχε πιο ευνοϊκή αντιμετώπιση από τους Βρετανούς, κυρίως οικονομική.
Τα αίτια της εξέγερσης
Εξαιτίας της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης του 1929, θα ξεσπάσει στην Κύπρο το Σεπτέμβριο του 1931 οικονομική κρίση, λόγω σοβαρού ελλείμματος του Κυπριακού προϋπολογισμού, περίπου 11.000 λίρες που για την εποχή ήταν υψηλό ποσό. Οι Βρετανοί εφάρμοσαν νομοσχέδιο τον Οκτώβριο του 1931 με νέες φορολογίες για κάλυψη του ελλείματος. Οι νέες φορολογίες για πρώτη φορά έθιγαν σε μεγάλο βαθμό και τα συμφέροντα τόσο της αστικής τάξης όσο και της Εκκλησίας της Κύπρου. Έτσι οι αστοί και εκκλησιαστικοί πολιτευτές έρχονται σε ρήξη με τους Βρετανούς αλλά και μεταξύ τους με αφορμή το φορολογικό. Αποτέλεσμα τον Οκτώβριο του 1931 ήταν να ξεσπάσουν διαδηλώσεις σε όλη την Κύπρο, κυρίως με οικονομικά αιτήματα. Φυσικά εκκλησία και αστική τάξη για να φέρουν μαζί τους ολόκληρο το λαό, γενίκευσαν τη φορολογία ως μέτρο οικονομικό κατά του έθνους, αξιοποιώντας τα αγνά εθνικά αισθήματα του λαού για απαλλαγή από τον αγγλικό ζυγό και αυτοδιάθεση.
Ιστορικό της εξέγερσης
Η αρχή ξεκινά όταν ο μητροπολίτης Κιτίου Νικόδημος Μυλωνάς παραιτείται από το νομοθετικό συμβούλιο μαζί με άλλους 3 ελληνοκύπριους βουλευτές στις 17 Οκτωβρίου 1931 και ο ίδιος τρείς μέρες μετά από την Λεμεσό, καλούσε τον λαό σε αντίσταση. Ξεκίνησε τότε ένας έντονος λαϊκός ενθουσιασμός. Ακολούθησε η παραίτηση και των υπόλοιπων βουλευτών και η κήρυξη της επανάστασης από τον αρχιμανδρίτη Διονύσιο Κυκκώτη. Στις 21 Οκτωβρίου πραγματοποιείται μεγάλη συγκέντρωση στην Λευκωσία στην οποία, εντελώς αυθόρμητα σχηματίστηκε ένα πλήθος που πορεύθηκε προς το κυβερνείο, για να επιδώσει ψήφισμα διαμαρτυρίας στον Κυβερνήτη. Πολλοί από το πλήθος μέσα στην οργή τους οπλίστηκαν με ξύλα και πέτρες. Η κατάσταση ήταν εκτός ελέγχου με τους διαδηλωτές να ρίχνουν πέτρες και να προσπαθούν να μπουν στο Κυβερνείο. Έτσι κατέφθασαν αστυνομικά αυτοκίνητα, αλλά ένα από τα αυτοκίνητα ανατράπηκε και κάηκε, και η φωτιά του έκαψε και τα υπόλοιπα. Σε κάποια φάση οι αστυνομικοί άνοιξαν πυρ κατά των διαδηλωτών. Τα μεσάνυχτα η λαϊκή οργή εκτονώθηκε απροσδόκητα με τον εμπρησμό του Κυβερνείου που ήταν το σύμβολο της αποικιοκρατίας.
Εκτεταμένα επεισόδια σημειώθηκαν στην Αμμόχωστο, στη Λάρνακα και στην Κερύνεια. Στην Πάφο, ο Άγγλος διοικητής απαγόρευσε κάθε διακίνηση περιορίζοντας τους κατοίκους στα σπίτια τους για αποφυγή επεισοδίων, ενώ στη Λεμεσό λίγο έλειψε οι κάτοικοι να κάψουν ζωντανό τον Άγγλο διοικητή. Από τις συγκρούσεις έχασαν τη ζωή τους εννέα άτομα από τους πυροβολισμούς, ενώ περίπου τριάντα τραυματίστηκαν σοβαρά. Σύμφωνα με όσους έζησαν τα γεγονότα, οι πρωταγωνιστές των επεισοδίων ήταν κυρίως μαθητές και μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου. Μετά την βίαιη καταστολή ο κυβερνήτης Storrs αποφάσισε να συλλάβει και να εξορίσει στην Αγγλία 10 βασικούς ηγέτες.
Η επόμενη της εξέγερσης…..
Ακολούθησαν απάνθρωπα μέτρα που καταπατούσαν τα πλέον στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως ο κάτ’ οίκον περιορισμός, η απαγόρευση εθνικών ή πολιτικών συμβόλων, πλην συμβόλων της Βρετανίας, απαγόρευση συναθροίσεων άνω των πέντε ατόμων, επιβολή λογοκρισίας στις κυπριακές εφημερίδες κλπ. Η πολιτική του Storrs κρίθηκε αποτυχημένη και μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα θα γίνει αλλαγή κυβερνήτη με νέο κυβερνήτη τον Χέρμπερτ Ρίτσμοντ Πάλμερ. Η περίοδος που ακολούθησε στην Κύπρο ονομάστηκε «Παλμεροκρατία» και χαρακτηρίστηκε ως μια από τις σκληρότερες λόγω των δικτατορικών μέτρων που πήρε κατά του λαού μας.
Ο ρόλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου στην εξέγερση
Το Κομμουνιστικό Κόμμα από τα πρώτα του βήματα βρέθηκε αντιμέτωπο με την λυσσαλέα αντίδραση της αγγλικής αποικιοκρατίας και του ντόπιου κατεστημένου. H αγγλική αποικιοκρατία είδε στο KKK την πιο συνεπή αντιιμπεριαλιστική δύναμη. Εκείνη τη δύναμη που θα συνιστούσε την πιο σοβαρή απειλή για την κυριαρχία της πάνω στη Κύπρο, που έθετε σαν πρώτιστο στόχο την απαλλαγή του λαού από τους Άγγλους και το δικαίωμα του λαού για αυτοδιάθεση. Από την πλευρά της, η αστική τάξη της εποχής και γενικά όλες οι συντηρητικές δυνάμεις της κυπριακής κοινωνίας δικαιολογημένα έβλεπαν στο ΚΚΚ εκείνη τη δύναμη, που θα αμφισβητούσε και θα αντιπάλευε τα ταξικά τους συμφέροντα και την ασυδοσία τους, θα αφύπνιζε τους καταπιεσμένους και καταφρονημένους, θα αμφισβητούσε το ιδεολογικό και πολιτικό τους μονοπώλιο και θα αγωνιζόταν για τη χειραφέτηση του λαού.
Στη διάρκεια της εξέγερσης το KKK προσπάθησε να υλοποιήσει τη διαχρονική θέση του για ενιαίο αντιαποικιακό μέτωπο, μιας και τα γεγονότα πριν την εξέγερση δημιούργησαν τέτοιο κλίμα ανάμεσα στο λαό που ευνοούσε μια τέτοια λαϊκή εξέγερση. Η ηγεσία του κόμματος επιχείρησε να συντονίσει τις ενέργειες του με τη δεξιά, εθνικιστική παράταξη και την εκκλησία αλλά ταυτόχρονα επιχείρησε να προωθήσει κοινή δράση και με την τ/κυπριακή κοινότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Γενικός Γραμματέας του Κόμματος Χαράλαμπος Βατυλιώτης σε συνάντηση του με τον αρχιεπίσκοπο δήλωνε την στήριξη και διάθεση του κόμματος στις προσπάθειες της εκκλησίας κατά των Άγγλων. Κάτι που μαρτυρεί με τον πιο τρανό τρόπο ότι διαχρονικά το ΚΚΚ και ΑΚΕΛ μετέπειτα, ήταν εκείνη η δύναμη η οποία μπροστά στα εθνικά ζητήματα του τόπου άπλωνε χέρι συνεργασίας με τις υπόλοιπες δυνάμεις του τόπου, οι οποίες τις περισσότερες φορές όχι μόνο αρνήθηκαν να συνεργαστούν αλλά προτιμούσαν τον αγγλικό ζυγό για χίλια χρόνια παρά τους «κομμουνιστές».
Είναι γεγονός ότι η πλειοψηφία των ατόμων που έλαβαν μέρος στα βίαια γεγονότα ήταν μαθητές και μέλη του ΚΚΚ κάτι που ενόχλησε ακόμα περισσότερο του Βρετανούς που έβλεπαν το ΚΚΚ ως εκείνο το οργανωμένο σύνολο που μπορούσε να οργανώσει το λαό πολιτικά κατά της Κυβέρνησης. Μετά την βίαιη καταστολή της εξέγερσης, κατά την οποία ένας από τους εννέα που σκοτώθηκαν ήταν ο Γιώργος Φιλής, μέλος της Κομμουνιστικής Νεολαίας, το KKK δέχτηκε την ολομέτωπη επίθεση των αποικιοκρατών, που πίστεψαν ότι έφτασε η ώρα για την οριστική εξάλειψη του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος στην Κύπρο. Το KKK και οι οργανώσεις του τέθηκαν εκτός νόμου. Οι ηγέτες του Κόμματος Χαράλαμπος Bατυλιώτης (Bάτης) και Κώστας Χριστοδουλίδης (Σκελέας) εξορίστηκαν εκτός Κύπρου. Εκατοντάδες στελέχη και μέλη του KKK ρίχτηκαν στις φυλακές, βασανίστηκαν άγρια ή εντοπίστηκαν σε μακρινά χωριά του νησιού εξόριστοι. Ανάμεσα τους ήταν και ο αγωνιστής - ποιητής Τεύκρος Ανθίας, μέλος του ΚΚΚ και μελλοντικό μέλος της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ. Τα έντυπα του Κόμματος απαγορεύθηκαν, όπως και κάθε βιβλίο με προοδευτικό περιεχόμενο. Όσον αφορά την αστική τάξη και την εκκλησία που συμμετείχε στην εξέγερση, οι Βρετανοί εξόρισαν όσους θεωρήθηκαν ως υπαίτιοι για την εξέγερση, ανάμεσά τους οι τρείς ηγέτες της εκκλησίας που πρωτοστάτησαν στην υποκίνηση του λαού. Είναι χαρακτηριστικό ότι η εκκλησία η οποία μέχρι και σήμερα οικειοποιείται τα «Οκτωβριανά», λίγες μέρες μετά τα γεγονότα ζητούσε δημόσια συγγνώμη για την τροπή που πήραν οι εξελίξεις και τις καταστροφές στο Κυβερνείο και όλη την Κύπρο.
Το κτύπημα για το ΚΚΚ ήταν μεγάλο, όμως οι Βρετανοί δεν κατόρθωσαν να το διαλύσουν. Αντίθετα, στην περίοδο της Παλμεροκρατίας το ΚΚΚ ήταν η μόνη οργανωμένη πολιτική δύναμη που συνέχιζε την αντιαποικιακή πάλη, σε αντίθεση με πολλούς από τους «εθνικόφρονες» ηγέτες της Δεξιάς που συμβιβάστηκαν και συνεργάστηκαν με τους Βρετανούς, παίρνοντας μάλιστα και τιμητικές θέσεις, όπως προσφωνήσεις του τίτλου «σερ». Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930 το ΚΚΚ αναδιοργανώθηκε και αψηφώντας το στυγνό δικτατορικό καθεστώς της παλμεροκρατίας ανάλαβε την πρωτοβουλία ανασυγκρότησης και οργάνωσης του συνδικαλιστικού κινήματος μέσα από την παρανομία. Οι κομμουνιστές πρωτοστάτησαν στους εργατικούς και απεργιακούς αγώνες εκείνης της εποχής μέχρι την περίοδο που δόθηκε η ευκαιρία για να βγει από την παρανομία, ιδρύοντας το ΑΚΕΛ στις αρχές της δεκαετίας του 1940 που θα μετατραπεί σε μια μεγάλη λαϊκή πολιτική δύναμη που θα οδηγήσει το λαό μας, Ε/Κ και Τ/Κ, σε κοινούς ταξικούς αγώνες, όπως οι απεργίες του 1948, κερδίζοντας δικαιώματα για το λαό μας που ισχύουν μέχρι και σήμερα. Η επιβίωση του κόμματος σε συνθήκες παρανομίας και με προβλήματα οργάνωσης φανερώνει ότι ο κυπριακός λαός χρειαζόταν ένα τέτοιο κόμμα που ρίζωσε στην συνείδησή του.
Αντρέας Σόλωνος
(Εφημερίδα «Νεολαία», Οκτώβριος 2018, Τεύχος 197)