Τα φυσικά φαινόμενα και οι καταστροφές αποτελούν εδώ και χιλιάδες χρόνια αντικείμενο ανησυχίας και ενασχόλησης για την ανθρωπότητα.
Από τους πρώτους μας προγόνους που χόρευαν στον «θεό της βροχής» γύρω από τη φωτιά για να τερματιστεί η λειψυδρία, μέχρι τους δρυίδες που υπόσχονταν να σταματήσουν οι καταστροφές ή στις μέρες μας... τις αγρυπνίες σε ναούς για να σβήσουν οι πυρκαγιές, παρατηρείται μια διαχρονική αδυναμία να ερμηνεύσουμε τα φυσικά φαινόμενα και να αναγνώσουμε ορθολογικότερα τις γενεσιουργές τους αιτίες.
Η φύση καταστρέφει από μόνη της;
Η αλήθεια είναι ότι δεν φταίει «το κακό το ριζικό μας» ούτε «ο θεός που μας μισεί», όπως αναφωνούσαν οι «Μοιραίοι» του Βάρναλη, αφού τα καιρικά φαινόμενα νομοτέλεια της λειτουργίας της ίδιας της φύσης και όχι «εκδίκηση» κάποιας θείας δύναμης.
Στις μέρες μας όμως, πέρα από το κομμάτι που αναλογεί στη φύση, τις δυναμικές και τους νόμους που τη διέπουν, εν πολλοίς έρχονται ως αποτέλεσμα της ζημιογόνας ανθρώπινης παρέμβασης στο οικοσύστημα. Κάτι για το οποίο, οι Μαρξ και Ένγκελς, μας προειδοποίησαν μάταια πριν δεκαετίες.
Στη «Διαλεκτική της Φύσης», 150 χρόνια πριν, ο Ένγκελς μας υπενθύμιζε ότι η ανθρωπότητα, ζώντας σε μια διαλεκτική αλληλοσύνδεση με το φυσικό περιβάλλον, δεν μένει ανεπηρέαστη από τις αλλαγές που συντελούνται σε αυτό:
«Ας μην ικανοποιούμαστε ωστόσο και πολύ με τις νίκες μας πάνω στην φύση. Για κάθε τέτοια νίκη, η φύση μας εκδικείται. Κάθε μία από αυτές έχει σε πρώτη φάση πραγματικά τα αποτελέσματα που περιμέναμε, αλλά στην δεύτερη και τρίτη φάση έχει πολύ διαφορετικές και απρόβλεπτες συνέπειες οι οποίες πολύ συχνά ακυρώνουν τις πρώτες».
Ο καπιταλισμός, δομημένος στην άναρχη οικονομική ανάπτυξη και με πρωταρχική επιδίωξη τη συσσώρευση κεφαλαίου, καταστρέφει ανεπανόρθωτα το φυσικό περιβάλλον. Ως αποτέλεσμα, έχει εξαπολύσει μια δυναμική η οποία όχι μόνο επιδεινώνει τα φαινόμενα των φυσικών καταστροφών, αλλά δημιουργεί περιβαλλοντικούς κινδύνους με νέα ορμή και ένταση.
Η πολιτική οικονομία των καταστροφών
Από τη μία λοιπόν, έχουμε τις φυσικές καταστροφές οι οποίες είτε συμβαίνουν νομοτελειακά, είτε επιβραδύνονται λόγω της ανθρώπινης παρέμβασης στο περιβάλλον. Από την άλλη, μπαίνει στην εξίσωση η εγκληματική απραξία των κυβερνήσεων, όσον αφορά την προστασία της ανθρωπότητας από τις καταστροφικές συνέπειες των φυσικών φαινομένων.
Η Τουρκία και η Συρία πρόσφατα κτυπήθηκαν από ένα φονικό κύμα σεισμών και μετασεισμών, που είχε ως αποτέλεσμα χιλιάδες νεκρούς. Πέραν του τραγικού απολογισμού σε ανθρώπινες ζωές, τρομακτική εντύπωση έκανε ο τρόπος με τον οποίο χιλιάδες κτίρια κατέρρεαν και γίνονταν σκόνη.
Οι σεισμοί βέβαια δεν μπορούν να προβλεφθούν με ακρίβεια. Το ερώτημα όμως είναι, τι κάνει το κράτος προκειμένου οι υποδομές της χώρας να είναι όσο το δυνατόν καλύτερα προετοιμασμένες για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά μια επερχόμενη φυσική καταστροφή.
Όπως υπενθυμίζουν εδώ και αρκετές μέρες γεωλόγοι και σεισμολόγοι, η Νοτιοανατολική Μεσόγειος χαρακτηρίζεται από έντονη σεισμική δραστηριότητα. Καθημερινά σημειώνονται δεκάδες σεισμικές δονήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους και ο κίνδυνος για μεγάλου μεγέθους δονήσεις παραμένει πάντα ορατός.
Οπόταν, επανερχόμαστε στο προηγούμενο ερώτημα: Με αυτά τα δεδομένα και παρούσα την επιστημονική γνώση, οι κυβερνήσεις των χωρών της περιοχής, πως προετοιμάστηκαν γι’ αυτόν τον υπαρκτό κίνδυνο;
Η Τουρκία είναι μια χώρα που συγκαταλέγεται στους G20, με ισχυρή στρατιωτική δύναμη και η οποία την προηγούμενη χρονιά κατέγραψε έσοδα δισεκατομμυρίων από τις εξαγωγές των προϊόντων της.
Το φαινομενικό «θαύμα» της οικονομικής ανάπτυξης ωστόσο, δεν αντικατοπτρίζεται στις χαώδεις κοινωνικές ανισότητες στο εσωτερικό της.
Τα πλείστα κατοικήσιμα κτήρια που κατέρρευσαν βρίσκονταν κατά κανόνα σε φτωχογειτονιές και εργατικές συνοικίες, ενώ ήταν πυκνοκατοικημένα λόγω του δυσβάσταχτου κόστους ζωής σε πιο ανεπτυγμένες περιοχές. Διαπιστώθηκαν πρόχειρες κατασκευές, με εξαιρετικά κακής ποιότητας υλικά και χωρίς την ελάχιστη πρόνοια αντισεισμικής υποδομής. Επιπλέον, στη χώρα ενώ υπάρχει όριο δόμησης, καταπατείται συχνά από τις εποπτικές αρχές που κάνουν τα στραβά μάτια για να ικανοποιήσουν εργολάβους και ιδιοκτήτες. Πολυώροφες πολυκατοικίες κτίζονται με διαδικασίες fast track, την ώρα που οι έλεγχοι στατικότητας και αντοχής ελαστικοποιούνται κατά το δοκούν. Παράλληλα, όσοι επέζησαν από την καταστροφή, θα κληθούν να αντιμετωπίσουν το ανυπολόγιστο κόστος επιβίωσης και ανοικοδόμησης της ζωής τους, σε μια χώρα με μηδαμινή ευαισθησία για τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα.
Ο λαός δεν σώζεται. Σώζει
Σε όποια περιοχή του πλανήτη κι αν κοιτάξουμε, πίσω από κάθε φυσική καταστροφή, κρύβεται ένα σύστημα που αντιπαλεύει τις λαϊκές ανάγκες, γιατί ακριβώς υπερασπίζεται τα κέρδη του κεφαλαίου. Και το κάνει αυτό, γιατί η προστασία της κοινωνίας και η πρόληψη έναντι τέτοιων φαινομένων, κοστίζει.
Η ευθύνη επομένως, πέφτει και πάλι στους ώμους του λαού. Είναι καθήκον της πλατιάς μάζας της κοινωνίας να απαιτήσει αποφασιστικά, μέτρα προστασίας και ικανοποίησης των βασικών, έστω, αναγκών της. Να διεκδικήσει επαρκή χρηματοδότηση των κρατικών υποδομών, ουσιαστικό εποπτικό έλεγχο δόμησης και συντήρησης των δημόσιων κτηρίων και των κατοικιών, αποτελεσματική υποστήριξη των υπηρεσιών πρόληψης και αντιμετώπισης των φυσικών φαινομένων και εξασφάλιση της ασφάλειας και της υγείας της.
Χωρίς μαζικοποίηση των λαϊκών διεκδικήσεων, ένα σύστημα που ιεραρχεί τις κοινωνικές ανάγκες και τον σεβασμό του φυσικού πλούτου χαμηλά στις προτεραιότητες του, απλά θα συνεχίσει απρόσκοπτα να αγνοεί τον ανθρώπινο και τον περιβαλλοντικό παράγοντα. Και σε κάθε επόμενη φυσική καταστροφή, ο λαός θα κληθεί να πληρώσει ξανά τον λογαριασμό αφού θα είναι όμηρος στα χέρια της κυβερνητικής απραξίας.
Στυλιανός Ιωάννου
Μέλος Συντακτικής Επιτροπής «Νεολαίας»