Τα προοδευτικά, αντιιμπεριαλιστικά στοιχεία της πολιτικής Χριστόφια στο Κυπριακό
Για πάρα πολλά χρόνια οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων στην Κύπρο, προσέρχονταν στις συνομιλίες για να υπερασπιστούν ο καθένας τα συμφέροντα της δικής του κοινότητας, όμως εναντίον της άλλης. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, τα συμφέροντα των Ελληνοκυπρίων ήταν πάντα διαφορετικά από αυτά των Τουρκοκυπρίων και αντίστροφα. Ήταν μάλιστα συγκρουσιακά. Το Κυπριακό ήταν μεν διεθνές πρόβλημα, αλλά την ίδια στιγμή η εσωτερική του πτυχή έπαιρνε περισσότερο το χρώμα μιας στάσιμης εθνοκοινοτικής σύγκρουσης. Μέσα από μια τέτοια αντιμετώπιση των συνομιλιών, οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων μετατρέπονταν σε διαχειριστές ενός προβλήματος μόνο στο όνομα των συμφερόντων του ελληνισμού ή του τουρκισμού, πάντως όχι του κυπριακού λαού στο σύνολό του.
Σήμερα τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Για πρώτη φορά οι συνομιλίες στο Κυπριακό διεξάγονται υπό το φως μιας πραγματικά κυπριακής-αντιιμπεριαλιστικής αντίληψης. Ο Πρόεδρος Χριστόφιας εμπνεύστηκε και υλοποιεί με συνέπεια την πολιτική της λύσης «από τους Κύπριους για τους Κύπριους». Για πρώτη φορά ίσως από την έναρξη συνομιλιών στο Κυπριακό, υπάρχει ξεκάθαρη η διεκδίκηση η λύση να είναι υπόθεση που αφορά πρωτίστως το μέλλον Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, όχι του ελληνικού ή του τουρκικού έθνους ξεχωριστά.
Με αυτή την αντίληψη, υπογραμμίζονται καθημερινά οι ευθύνες αυτών που προκάλεσαν το δίδυμο έγκλημα του 1974, αλλά την ίδια στιγμή επιτυγχάνονται ακόμα δύο βασικά στοιχεία: αποκρούεται η προσπάθεια για επιβολή λύσης από ξένα κέντρα και ταυτόχρονα οικοδομείται μια νέα πραγματικότητα μέσα στην οποία οι Κύπριοι ξαναμαθαίνουν σταδιακά ότι το Κυπριακό αποτελεί κοινό τους πρόβλημα και συνεπώς κοινή διεκδίκηση αποτελεί και η λύση του.
Ένας άλλος, εξίσου καθοριστικός παράγοντας του νέου που φέρνει η πολιτική Χριστόφια στο Κυπριακό είναι η πρόταση για την εκλογή της εκτελεστικής εξουσίας της διεκδικούμενης Ομοσπονδίας. Το βήμα του συνεδρίου, δεν είναι φυσικά χώρος για ανάλυση της ήδη γνωστής πρότασης, είναι όμως μια ευκαιρία ανάδειξης της βαθύτερης φιλοσοφίας της. Η αποικιοκρατία, όπως παντού έτσι και στην Κύπρο θεμελιώθηκε στον κοινοτικό διαχωρισμό του λαού. Με λίγα λόγια, στην πολιτική του «διαίρει και βασίλευε», η οποία ουσιαστικά επιδίωκε να αποτρέψει τη διαμόρφωση ενός κοινού κυπριακού πατριωτισμού. Ο λόγος ήταν απλός: ο κοινός κυπριακός πατριωτισμός και η ενότητα δράσης της εργατικής τάξης, ήταν απειλή πρώτον για τα συμφέροντα της αποικιοκρατικής δύναμης και δεύτερο για τα συμφέροντα της ντόπιας άρχουσας τάξης.
Αυτός ο συγκρουσιακός κοινοτισμός αναπαραγόταν από τις συντηρητικές, εθνικιστικές ηγεσίες των δύο κοινοτήτων, κατά την μετααποικιακή περίοδο. Αντικατοπτρίστηκε στο ίδιο το σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και είχε ως αποτέλεσμα, το διαμελισμό της πολιτικής και οικονομικής πραγματικότητας. Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι εμποδίζονταν από του να συμμετέχουν από κοινού σε ότι τους αφορούσε. Οι μεν εξέλεγαν μόνο τον Πρόεδρο, οι δε μόνο τον Αντιπρόεδρο. Με αυτό τον τρόπο οι ηγέτες του κράτους μετατρέπονταν στις συνειδήσεις ενός μέρους του λαού, ως ηγέτες κοινοτήτων. Ο δικοινοτισμός της Κύπρου σε αυτό το πλαίσιο, δεν εξέφραζε το κοινό κυπριακό συμφέρον. Αντίθετα, ο αποικιακής έμπνευσης διαχωρισμός διευκόλυνε την ελληνοκυπριακή άρχουσα τάξη να αντιλαμβάνεται την Κύπρο ως ένα δεύτερο ελληνικό κράτος και την τουρκοκυπριακή άρχουσα τάξη να βλέπει το νησί μας ως προέκταση της τουρκικής Ανατολίας.
Αυτόν ακριβώς τον αποικιακό διαχωρισμό είναι που αμφισβητεί η πρόταση Χριστόφια. Η ιστορική σημασία της πρότασης, έγκειται στο ότι, η συμμετοχή του συνόλου του λαού στην εκλογή της κρατικής του ηγεσίας, υπονομεύει τις ρίζες της αποικιοκρατίας στην Κύπρο. Η αλληλοεξάρτηση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στην εκλογή του Προέδρου και του Αντιπροέδρου, καταστρέφει τις ρίζες του ακραίου μετααποικιακού εθνικισμού. Ενώνει τον κυπριακό πολιτικό χώρο και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση μιας νέας γενιάς Κυπρίων που θα αντικρίζουν τις ευθύνες τους στο σύνολο της πατρίδας και του λαού μας. Η συγκεκριμένη πρόταση είναι χτισμένη στην ανάγκη για εξουδετέρωση της χωριστικής κληρονομιάς που άφησε ο ιμπεριαλισμός στην Κύπρο.
Άλλωστε αυτός είναι και ένας από τους βασικούς λόγους, που με τη δημοσιοποίηση αυτής της πρότασης κορυφώθηκαν οι προσπάθειες εκφοβισμού του λαού μας από γνωστούς κύκλους. Η ενοποίηση του κυπριακού χώρου, η οικοδόμηση του κυπριακού πατριωτισμού και η κοινή δράση προοδευτικών δυνάμεων και στις δύο κοινότητες, είναι βασικά στοιχεία της πρότασης. Την ίδια στιγμή, είναι βασικά αίτια κορύφωσης της αντίδρασης αυτών που ποτέ δεν είδαν την Κύπρο ως το κοινό σπίτι των παιδιών της, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Η φιλοσοφία της συγκεκριμένης πρότασης ενδυναμώνει την προοπτική επανένωσης της πατρίδας και του λαού μας. Αυτή είναι η φιλοσοφία που ενοχλεί εκείνους, που και στις δύο κοινότητες συνήθισαν να υπηρετούν τα συμφέροντά τους μέσα από μια διχοτομημένη πραγματικότητα. Γιατί σε μια ενωμένη, ίσως να μην έχουν χώρο.