Η προϊστορία του διαμελισμού
Μετά το τέλος του Β Παγκόσμιου Πολέμου η Γερμανία χωρίστηκε σε τέσσερις ζώνες κατοχής (ΕΣΣΔ, ΗΠΑ, Γαλλία, Βρετανία). Η απόφαση για την μελλοντική ενοποίηση πάρθηκε στην Διάσκεψη του Πότσναμ (1945) όπου είχε σαν σκοπό όλα τα μέτρα να στοχεύουν σε μια ενιαία, αποστρατιοτικοποιημένη, αποναζιστικοποιημένη και δημοκρατική Γερμανία.
Εξ αρχής τα αστικά κράτη κράτησαν χιλιάδες ναζιστές στην κρατική μηχανή. Ήδη από το 1946 εκφράσαν ανοικτά την πρόθεση τους για δύο κράτη1 . Μέχρι τέλος του 1946 ξεκίνησαν να πραγματώνουν την πρόθεση τους αυτή δημιουργώντας την τριζωνία (συνενώνοντας τις ζώνες των καπιταλιστικών κρατών), λειαίνοντας στην ουσία το έδαφος για την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (ΟΔΓ). Το 1947 στην Διάσκεψη του Λονδίνου αποφασίζεται τελεσίδικα η δημιουργία της και τον Μάιο του 1949 ιδρύεται επίσημα. Στο ενδιάμεσο (1948) δημιουργούν νέο νόμισμα για την επικράτεια τους.
Στην αντίπερα όχθη η ΕΣΣΔ καθάρισε την κρατική μηχανή από τους ναζί και ταυτόχρονα πίεζε για την εφαρμογή της συνθήκης του Πότσναμ. Το Μάιο του 1948 διατυπώνουν επίσημα την πρόταση για δημοψήφισμα για την ενιαία Γερμανία. Οι υπόλοιπες τρείς καπιταλιστικές χώρες αρνήθηκαν. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες αναγκάζεται να ακολουθήσει δημιουργώντας αρχικά καινούργιο νόμισμα. Η ίδρυση της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας (ΓΛΔ) έγινε τον Οκτώβριο του 1949. Την πρόθεση για το δημοψήφισμα επανέλαβε το 1952 η ΓΛΔ αλλά και ο Στάλιν με αντίστοιχα επαναλαμβανόμενα σενάρια.
Τα «υλικά» του τείχους
Το βασικό χαρακτηριστικό της τότε περιόδου ήταν οι έντονα οξυμένες συνθήκες του ψυχρού πολέμου και οι επεμβάσεις στο εσωτερικό τις ΕΣΣΔ. Ο στόχος ήταν η καπιταλιστική παλινόρθωση μέσα από την οικονομική καταστροφή της. Είναι αλήθεια ότι η ΓΛΔ ήταν η αιχμή του δόρατος αυτής της σύγκρουσης. Τα επόμενα χρόνια αποκαλύφθηκαν μια σειρά από σαμποτάζ οργανωμένα από τις μυστικές υπηρεσίες και οργανώσεις πρακτόρων της ΟΔΓ. Κάποια από αυτά είναι στην κλωστοϋφαντουργία (1949), στην «Solvay» (1952), στην περιοχή Kreis Wittstock (1953), στο Μηχανοτρακτερικό Σταθμό στο Brusewitz (1953), στην τσιμεντοποιία του Goschwitz, στην επιχείρηση συσκευών μέτρησης στο Zwonitz (1953) κ.α. Μετά το 1958 τα σαμποτάζ στόχευαν κυρίως την προσπάθεια της ΓΛΔ στην αναδιάρθρωση της αγροτικής οικονομίας.
Οι επεμβάσεις των καπιταλιστικών χωρών στην ΓΛΔ υπήρξε και με άλλα μέσα. Όπως το εμπάργκο σε πρώτες ύλες, επεμβάσεις στην οικονομία, απορρόφηση επιστημονικού προσωπικού, εκτεταμένη ιδεολογική-προπαγανδιστική παρέμβαση (πχ δημιουργία PEPCO2 , επέμβαση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας3 στο Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Γερμανίας )και μια σειρά από άλλες. Το αποκορύφωμα ήταν τον Ιούνη του 1953 όπου πλέoν γίνεται απόπειρα ένθερμου επεισοδίου και κατάληψης της εξουσίας με πραξικοπηματικά μέσα (η λεγόμενη «Μέρα Χ»). Το 1961 διακηρύσσεται ξανά η πρόθεση της βίαιης ανατροπής4 . Τα πιο πάνω είναι μερικοί από τους λόγους για τους οποίους η ΓΛΔ αποφάσισε να πάρει την δύσκολη απόφαση για την οικοδόμηση του τείχους με όλα τα αρνητικά που συνεπάγονται.
Υπάρχει και κάτι ακόμα που κατηγορείται η ΓΛΔ και γενικότερα τα σοσιαλιστικά κράτη και αυτό είναι η δημοκρατία. Αξίζει να πούμε εδώ ότι παρά της αδυναμίες, πέραν τον εκλογικών διαδικασιών που γίνονταν οι εργαζόμενοι είχαν άμεσα λόγο στην διεύθυνση των παραγωγικών μονάδων όπου π.χ. την περίοδο 1976-7980 έφτανε στο ποσοστό 85%. Το ίδιο συνέβαινε και κατά τη διάρκεια του καθορισμού του πλάνου, όπου εκείνη την περίοδο οι εργαζόμενοι καταθέσαν 2.500 προτάσεις τροπολογιών. Ακόμη ένα τρανταχτό παράδειγμα ήταν η διαδικασία συζήτησης για το σύνταγμα, όπου ο λαός είχε άμεσα λόγο και ως εκ τούτου κατέθεσε χιλιάδες προτάσεις πολλές από τις οποίες υιοθετήθηκαν και κατόπιν υπερψηφίστηκαν σε δημοψήφισμα. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά το περιεχόμενο της δημοκρατίας!
Η μετά του τείχους Εποχή
Σημαντικό μέρος της συζήτησης πρέπει να είναι ποια τα αποτελέσματα σήμερα για το λαό της Γερμανίας. Η απάντηση αυτή δίνεται, χωρίς περιθώρια αμφισβήτησης, μέσα από τα 30 χρόνια εμπειρίας. Σήμερα ο λαός της Γερμανίας δεν απολαμβάνει κανένα από τα επιτεύγματα που είχε η ΓΛΔ στο επίπεδο της παιδείας, της υγείας, της στέγασης και των εργασιακών δικαιωμάτων. Αντιθέτως οι ελαστικές μορφές εργασίας κυριαρχούν, υγεία, παιδεία και ασφάλιση εμπορευματοποιούνται. Το άγχος της απώλειας της εργασίας ή/και της στέγασης είναι χαρακτηριστικό και της γερμανικής κοινωνίας. Δεν είναι τυχαίο που στις περιοχές της πρώην ανατολικής Γερμανίας, ιδιαίτερα στις ηλικίες που έζησαν την ΓΛΔ, αναπτύσσεται το φαινόμενο της «Ostalgie», δηλαδή της νοσταλγίας της ζωής στην σοσιαλιστική περίοδο.
Αυτοί που χύνουν ποταμούς (κροκοδείλιων) δακρύων για το τείχος του Βερολίνου, που έπαψε να υπάρχει εδώ και 30 χρόνια, είναι υπεύθυνοι για τον διαμελισμό σειράς κρατών, όπως της Γιουγκοσλαβίας, Κορέας κλπ και σφυρίζουν αδιάφορα για το τείχος του Ισραήλ στην Παλαιστίνη ή τη διαιρεμένη Λευκωσία. Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι, ιδιαίτερα για την Κύπρο, οι συνθήκες και οι λόγοι ύπαρξης είναι τελείως διαφορετικές και η όποια ταύτιση με το τείχος του Βερολίνου είναι απλά εκτός πραγματικότητας.
Το μόνο σίγουρο ότι η πτώση του τείχους και η ενσωμάτωση της ανατολικής Γερμανίας (και όχι επανένωση) στην δυτική ύψωσαν νέα, νοητά τείχη των ταξικών διαφορών. Δεν πρέπει να είμαστε ελαστικοί με τον αντικομουνισμό. Δεν είναι πλέον, εάν υπήρξε ποτέ, απλά μια γνώμη, είναι στοχευμένη πρακτική που οδηγεί στην συντήρηση και φασιστικοποίηση. Πλέον είναι εξόφθαλμο ότι οξύνεται και παίρνει νέες μορφές από αυτη της «απλής» επιχειρηματολογίας.
Χριστόφορος Πιτταράς
Συντακτική Επιτροπή «Νεολαίας»
1. ΗΠΑ- ΝΑ RG 59: Department of State, Dec. Files 740.000 119 Control (Germany) 9-1546. Αναφορά στο Βadstubner, R.: «Vom “Reich” zum doppelten Deutschland, Gesellschaft und Politik im Umbruch», Dietz, Βερολίνο, 1999, σελ. 132.
Βρετανία- Χρήστου Μπαλωμένου: «Η παγκόσμια σύγκρουση μεταξύ σοσιαλισμού και καπιταλισμού όπως εκφράστηκε στη ΓΛΔ και στο Βερολίνο», ΚΟΜΕΠ, τεύχος 1/2010.
2. Political and Economic Projects Committee
3. Βarwald H.: «Das Ostburo der SPD», Krefeld, 1991, σελ. 28-29.
4. ernberg S., Kohler F.: «Sturmglocken der Weltgeschichte», Urania Verlag, Λειψία, 1984, σελ. 177.