Της Ελένης Ευαγόρου
Μέλος Συντακτικής Επιτροπής «Ν»
Είμαι η Τάλια. Γεννήθηκα σε μια χώρα μαρτυρική, μια χώρα έρμαιο στα χέρια των ισχυρών.
Η ζωή δεν ήταν ούτε εύκολη, ούτε ευχάριστη. Ο ήχος του πολέμου ήταν για εμάς ήχος γνώριμος, καθημερινός. Οι μέρες μας μύριζαν αίμα και θάνατο. Θάνατο. Καθημερινά τον αντικρίζαμε τον θάνατο. Βλέπαμε να δολοφονούνται μπροστά στα μάτια μας αθώοι άνθρωποι, γυναίκες, παιδιά, άοπλοι.
Φανταστείτε μόνο ότι ζούσαμε σε μια πόλη που είχαμε ρεύμα και νερό ανάλογα με την απόφαση που θα λάμβανε ο στρατός γι΄ αυτό. Το ίδιο συνέβαινε και με το σχολείο, στο οποίο για να μπορέσει να πάει κάποιος έπρεπε να περάσει από στρατιωτικό έλεγχο. Άγχος, φόβος, ανασφάλεια. Οι γονείς μας έφευγαν το πρωί για τη δουλειά και δεν ξέραμε αν θα τους ξαναδούμε. Καθημερινά ακούγαμε για βομβαρδισμούς λεωφορείων, για πυροβολισμούς σε κεντρικά σημεία.
Η βία αυξανόταν συνεχώς. Καθημερινά θρηνούσαμε ανθρώπους! Συγγενείς, θείους, ξαδέρφια. Οι γονείς μας δεν μπορούσαν να δουλέψουν. Στο σπίτι δεν είχαμε ούτε καν τα απαραίτητα πλέον.
Εγώ ήμουν 6 χρονών όταν οι γονείς μας, μαζεύτηκαν και αποφάσισαν ότι έπρεπε να φύγουμε. Έπρεπε να πάμε σε κάποια άλλη χώρα αν θέλαμε να έχουμε μια φυσιολογική ζωή μακριά από τον πόλεμο και τον θάνατο. Αν θέλαμε να ελπίζουμε σε καλύτερες μέρες. Όλοι μαζί θυμάμαι μαζεύονταν και συζητούσαν αυτή την απόφαση τα απογεύματα. Οι πατεράδες μας λυπημένοι μα αποφασισμένοι. Οι μητέρες μας έκλαιγαν.
«Θα πάμε!» Φόβος! Πού θα πάμε; Τι θα βρίσκαμε μπροστά μας; Φόβος. Δεν είχαμε ταξιδέψει ποτέ πριν. Τι σήμαινε η λέξη ταξίδι; Τι υπήρχε πέρα από την θάλασσα της Παλαιστίνης; Τι υπήρχε πέρα από τους φράχτες και τα συρματομπλέγματα; Τι υπήρχε πέρα από τους στρατιώτες και τις σφαίρες; Φόβος, φόβος, φόβος.
Η απόφαση λήφθηκε. Θα φεύγαμε για την Ευρώπη. Το παιδικό μου μυαλό γέννησε εκατομμύρια ερωτήματα. Άγχος, φόβος, ανασφάλεια.
Κάποια πράγματα είναι πολύ θολά στο μυαλό μου γιατί ήμουν πολύ μικρή. Θυμάμαι τον πατέρα να προβληματίζεται που θα βρούμε λεφτά για να φύγουμε. Τελικά τα βρήκε. Θυμάμαι να μπαίνουμε σε ένα καράβι. Στρυμωγμένοι καθόμασταν. Άνθρωποι πολλοί. Πρόσωπα σκυθρωπά. Ψυχές δυστυχισμένες. Ήμασταν μέσα στο πλοίο για τρεις ή τέσσερις μέρες. Ο καλοκαιρινός ήλιος δεν είναι πάντα ευχάριστος ξέρετε. Ζέστη και ιδρώτας και δίψα. Και πόνος. Πολύς πόνος. Θεέ μου! Γιατί το περνάμε όλο αυτό;;;!!
Φτάσαμε. Μας μετέφεραν σε ένα χώρο. Δωμάτια μικρά. Συνωστισμένοι κι αποκλεισμένοι. Άνθρωποι πολλοί. Κι η γλώσσα;! Η γλώσσα;; Η γλώσσα ήταν άγνωστη. Σε ποιον να μιλήσω για να με καταλάβει;!
Άσυλο. Λέξη άγνωστη. Να εξασφαλίσουμε άσυλο. Να μείνουμε. Άσυλο. Να μην μας στείλουν πίσω. Άσυλο. Να μην μας αφήσουν εκεί! Στην απομόνωση.
Τα καταφέραμε! Οι γονείς μας άρχισαν να προσπαθούν Έπρεπε να βρουν δουλειές, δύσκολες. Στις φάρμες, στα χωράφια. Ήταν ξένοι και οι ξένοι πρέπει να κάνουν δουλειές που δεν καταδέχονται οι ντόπιοι. Το δέχτηκαν. Αυτά ήταν τα δεδομένα. Έπρεπε να ζήσουμε. Όλα ήταν δύσκολα. Οι μισθοί χαμηλοί. Δύσκολα έφταναν για τα απαραίτητα.
Θυμάμαι την πρώτη φορά που αρρώστησα. H μητέρα μου με πήγε στο νοσοκομείο. Όλα ήταν σε μια γλώσσα που δεν ξέραμε. Τα έγγραφα που έπρεπε να συμπληρώσουμε, οι οδηγίες των γιατρών, των νοσοκόμων. Δεν καταλαβαίναμε τίποτα. Η μαμά μου επέστρεψε στο σπίτι κι έκλαιγε, έκλαιγε απαρηγόρητη. Γιατί έπρεπε να αφήσουμε την πατρίδα μας, το σπίτι, το νοικοκυριό μας;;;!! Συχνά την έπιανε ένα παράπονο που για πολλούς ακούγεται αστείο. Αλλά οι γεύσεις κι οι μυρωδιές ήταν σημαντικές για αυτήν και για ‘μάς. Εδώ έπρεπε να αναπροσαρμόσουμε ακόμα και το φαγητό μας, με βάση τα υλικά που βρίσκαμε. Κι η μαμά μου ήθελε τόσο πολύ να ξαναμαγειρέψει εκείνες τις ωραίες παραδοσιακές μας πίτες!
Οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι μας έβλεπαν περίεργα. Θυμάμαι να κάνουμε παρέα μόνο με άλλους Παλαιστίνιους ή με μετανάστες από άλλες χώρες. Ήμασταν ξένοι. Ξένοι.
Υπήρχαν βέβαια και άνθρωποι καλοί. Αυτοί άνοιγαν στη σκέψη μου ένα άλλο παράθυρο, ευχάριστο. Δεν διαφέρουμε πια και τόσο πολύ! Ούτε στην εμφάνιση. Ούτε στις συνήθειες. Όταν μας χαμογελούσαν, όταν μας καλούσαν στο σπίτι τους, όταν προσπαθούσαν να μας βοηθήσουν, η ψυχή μου αλάφραινε κι ευχόμουν να ήταν όλοι οι άνθρωποι έτσι. Πόσο διαφορετικός θα ήταν ο κόσμος!!
Μάλιστα, ήταν κάποιοι που αντιλαμβάνονταν πως τα προβλήματα μας ήταν και δικά τους και έπρεπε να αγωνιστούν για αυτά. Κάποιοι γείτονες μας επισκέπτονταν, μας έδιναν ρούχα και φαγητά. Κάποιοι άλλοι μας καλούσαν στο σπίτι τους για τις γιορτές και μας αγόρασαν και τα πρώτα παιχνίδια με τα οποία παίζαμε με τα αδέρφια και τους φίλους μου.
Πήγαμε σχολείο. Τα πράγματα ήταν δύσκολα. Δεν ξέραμε τη γλώσσα! Ξεχωρίζαμε στην ομιλία. Τα παιδιά είναι καμιά φορά πολύ σκληρά. Νιώθαμε έντονα ότι διαφέρουμε. Έτσι μας έκαναν να νιώθουμε. Ξένοι. Διαφορετικοί. Τα περισσότερα παιδιά δεν ήθελαν να μας κάνουν παρέα. Διαφορετικοί. Κάποιοι δάσκαλοι προσπαθούσαν να μας βοηθήσουν να γίνουμε μέρος του σχολείου, της κοινωνίας, να μη νιώθουμε ξένοι. Κάποιοι άλλοι αδιαφορούσαν. Υπήρχαν κι εκείνοι που φαίνονταν ενοχλημένοι από την παρουσία μας. Το πιο δύσκολο ήταν κάθε φορά που έπρεπε να πάμε στην εκκλησία. Τα περισσότερα παιδιά μας κοίταζαν λες και αυτό ήταν το μεγαλύτερο πρόβλημα του κόσμου. Διαφορετικοί! «Πως θα μπουν οι Μουσουλμάνοι στην εκκλησία;», άκουσα ένα συμμαθητή μου να λέει στην δασκάλα. «Να διαχωρίζει άραγε ο θεός τα παιδιά σε Μουσουλμάνους και Χριστιανούς;» σκέφτηκα.
----------------------------------------------------------------------------
Το κείμενο αυτό, δεν είναι μια αληθινή ιστορία. Βασίζεται ωστόσο σε πραγματικά γεγονότα. Στα γεγονότα που απαρτίζουν τη ζωή πολλών από αυτούς που ονομάζουμε «πρόσφυγες». Αυτούς που αφήνουν την πατρίδα, την οικογένεια και όλα όσα αγαπούν λόγω της φτώχειας ή του πολέμου, για να φύγουν στοιβαγμένοι σε σαπιοκάραβα και να φτάσουν στην Ευρώπη, να ζητήσουν άσυλο και να προσπαθήσουν να ζήσουν μια αξιοπρεπή ζωή. Μια ζωή η οποία θα αναπτυχθεί μέσα στα στενά όρια που οι ντόπιοι θα κτίσουν για τους ξένους, όρια καθορισμένα από ρατσισμό και προκατάληψη.
Ποιοι είναι όμως αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι αποτελούν σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που καλείται να λύσει η Ευρωπαϊκή Ένωση;
Οι μετακινήσεις των λαών είναι ένα ιστορικό γεγονός που παρατηρείται από αρχαιοτάτων χρόνων. Οι μεταναστευτικές τάσεις εξαρτώνται από διαφορετικούς παράγοντες όπως οι κλιματολογικές μεταβολές, τα δημογραφικά προβλήματα, τα πολιτικοκοινωνικά γεγονότα, η οικονομία, η παραγωγή και ο καταμερισμός εργασίας.
Αν θα αναφερθούμε στην σύγχρονη ιστορία της περιοχής μας, πρέπει να πούμε ότι η Ευρώπη έχει γίνει πόλος έλξης νέων και τεράστιων διαστάσεων προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών από χώρες της Μέσης Ανατολής, της Υποσαχάριας Αφρικής και της Ασίας. Ροές τις οποίες καλούνται να διαχειριστούν κυρίως τα κράτη- μέλη που βρίσκονται στο νότιο και ανατολικό άκρο της Ευρώπης.
Οι άνθρωποι αυτοί μετακινούνται προς την Ευρώπη καθώς οι χώρες τους κατασπαράζονται από εμφυλίους πολέμους, ένοπλες συρράξεις, ασταθείς πολιτικές καταστάσεις, πείνα και φτώχεια. Μόνη λύση σωτηρίας τους είναι η φυγή και ο δρόμος που περνάει από την Ευρώπη και οδηγεί σε άλλες παγκόσμιες διαδρομές.
Σήμερα τίθεται το ερώτημα: είναι μια ιστορική φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων η σημερινή προσφυγική και μεταναστευτική ροή; Ή είναι ένα φαινόμενο τεραστίων διαστάσεων που οφείλεται σε συγκεκριμένες πολιτικές και οικονομικές πρακτικές;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν μπορεί παρά να ξεγυμνώσει την υποκρισία της Δύσης. Όχι μόνο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και όλων αυτών που επικαλούνται την διαφύλαξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διατείνονται ότι προσπαθούν για την παγκόσμια ειρήνη ενώ στην πραγματικότητα έχουν ως στόχο την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων, πίσω από τα οποία βρίσκονται τα κεφάλαια των πολυεθνικών, που ορίζουν τις τύχες των ανθρώπων.
Είναι υποκριτικό σήμερα η ΕΕ και τα κράτη- μέλη της, τα οποία συμμετέχουν με δικό τους στρατό στο ΝΑΤΟ να αναρωτιούνται πως προέκυψαν οι πρόσφυγες καθώς θερίζουμε τις θύελλες από τους ανέμους που έσπειρε το ΝΑΤΟ και οι σύμμαχοί του στην Μέση Ανατολή. Είναι υποκριτικό όλοι αυτοί που επιτρέπουν τις πολεμικές επεμβάσεις να καμώνονται τάχα πως νοιάζονται για αυτούς που αναγκάζονται να φύγουν για να γλιτώσουν από τον θάνατο. Είναι υποκριτικό όλοι όσοι δήθεν καίγονται για την εφαρμογή της Χάρτας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να αφήνουν ολόκληρους λαούς να πεθαίνουν από την πείνα και τις ασθένειες και όσοι δεν πεθάνουν να γίνονται σκλάβοι σε παζάρια που θυμίζουν μεσαίωνα.
Η εργαλειοποίηση των προσφύγων
Το τελευταίο διάστημα βλέπουμε την κυβέρνηση Ερντογάν να έχει μετατρέψει τους πρόσφυγες σε μπαλάκι προς επιδίωξη των γεωπολιτικών της συμφερόντων, με την ΕΕ να καλείται να πληρώσει ετεροχρονισμένα τον λογαριασμό που προκύπτει από την ανήθικη συνδιαλλαγή της με την Τουρκική κυβέρνηση για την διαχείριση των μεταναστευτικών ροών.
Την ίδια στιγμή, εντός της ΕΕ παρατηρούνται τεράστιες ανισότητες καθώς ορισμένες χώρες έχουν αναλάβει την ευθύνη φιλοξενίας των προσφύγων λόγω της άρνησης των δεξιών ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να εφαρμόσουν ένα ενιαίο σύστημα φιλοξενίας, ανάλογα με το μέγεθος και τις δυνατότητες του κάθε κράτους- μέλους. Ταυτόχρονα ο Κανονισμός του Δουβλίνου που θέσπισε πριν μερικά χρόνια η ΕΕ, εγκλωβίζει τους πρόσφυγες στα κράτη πρώτης άφιξης, δηλαδή στα κράτη του μεσογειακού νότου.
Χαρακτηριστικό της στάσης της ΕΕ είναι το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο για την περίοδο 2021-2027 στο οποίο αφαιρούνται κονδύλια από την κοινωνική συνοχή (με τα οποία θα ενισχυθούν κράτη μέλη για τη φιλοξενία προσφύγων και ενσωμάτωση μεταναστών) για να αυξήθουν τα κονδύλια για την φύλαξη των συνόρων, για τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και τις πολεμικές βιομηχανίες.
Οι πρόσφυγες στα σύνορα της Τουρκίας και της ΕΕ
Την περίοδο που πέρασε παρακολουθήσαμε φρικαλέες εικόνες. Ανθρώπους να αφήνονται ελεύθεροι από τους χώρους φιλοξενίας της Τουρκίας για να ζητήσουν άσυλο στην Ελλάδα, στην Βουλγαρία και στις γύρω περιοχές. Οι εικόνες που είδαμε δεν μπορούν παρά να γεμίζουν εφιάλτες όχι μόνο τα όνειρα αλλά και τη συνείδηση μας. Η Ελληνική κυβέρνηση φρόντισε να φυλάξει με αυξημένες στρατιωτικές δυνάμεις τα σύνορα του Έβρου, ενώ με θαλάσσια μέσα προσπάθησε να αποτρέψει βάρκες με μετανάστες στο Αιγαίο, ρίχνοντας τους κάποιες φορές στη θάλασσα, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Η στάση των ΜΜΕ
Την ίδια στιγμή τα ΜΜΕ σε Κύπρο και Ελλάδα φρόντισαν να αναμεταδίδουν πολεμικά δελτία, αναφερόμενοι στους ανθρώπους που βρίσκονταν στα σύνορα ως «επίθεση» που δέχεται η χώρα. «Επίθεση», από ανθρώπους απελπισμένους, ανθρώπους με παιδιά στην αγκαλιά, ανθρώπους με γυμνά χέρια. Επιτέλεσαν ωστόσο τον συνήθη συστημικό τους ρόλο, αυτόν της καλλιέργειας του μίσους και του ρατσισμού προς εξυπηρέτηση της άρχουσας τάξης. Αυτής που θέλει τους πρόσφυγες και τους μετανάστες εχθρούς, για να μπορεί στη συνέχεια να τους εκμεταλλευτεί στον μέγιστο δυνατό βαθμό.
Ο μόνος δρόμος η ταξική αλληλεγγύη
Η νεολαία της Αριστεράς, πρέπει να γνωρίζει καλά πως οι πρόσφυγες είναι αποτέλεσμα των ιμπεριαλιστικών πολιτικών του πολέμου και της εκμετάλλευσης και καταλήγουν να είναι ένα κομμάτι της εργατικής τάξης της χώρας μας. Ο μόνος τρόπος για να βοηθήσουμε σε αυτή την κατάσταση είναι να βροντοφωνάζουμε κάθε φορά ενάντια στις ευθύνες των ισχυρών της γης.
Την ίδια στιγμή καλούμαστε να σταθούμε αλληλέγγυοι, να πολεμήσουμε τον ρατσισμό με όλα τα μέσα και τις δυνάμεις και να διεκδικήσουμε γρήγορες διαδικασίες εξέτασης αιτήσεων ασύλου, δομές φιλοξενίας ανοιχτές και όχι χώρους που να θυμίζουν στρατόπεδα συγκέντρωσης όπου στοιβάζονται οι άνθρωποι, να διεκδικήσουμε προϋπολογισμούς που να αφορούν την ένταξη των προσφύγων στην κοινωνία μας και όχι το κτίσιμο τειχών σε θάλασσες και στεριές.
Και να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε με σθένος για τα δίκαια των ανθρώπων και των λαών κόντρα στις επιβουλές των ισχυρών της γης.
*Άρθρο που κυκλοφόρησε στη "Ν" Aπριλίου