Η «μαγική λέξη» και τα λάθη του παρελθόντος

Έχεις σκεφτεί ποτέ πως ένα από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνουμε από παιδιά είναι η χρήση της λέξης συγγνώμη; Η απόκτηση της ικανότητας χρήσης της απολογίας είναι ένα σημαντικό αναπτυξιακό έργο που τα παιδιά καλούνται να διαχειριστούν[1]. Η συγγνώμη είναι ένα έτοιμο και αποτελεσματικό μέσο γι’ αυτά, που μπορεί να τερματίσει τις διαμάχες και να φτιάξει τις σχέσεις τους[2]. Γενικά, οι απολογίες είναι ένα αξιοσημείωτο γλωσσικό και κοινωνικό εργαλείο[3].

Τα τελευταία χρόνια οι απολογίες έχουν λάβει ιδιαίτερο ενδιαφέρον από πολλές γνωστικές κατευθύνσεις. Κλάδοι όπως η φιλοσοφία, η κοινωνιολογία, η ψυχολογία, οι πολιτικές επιστήμες, οι διεθνείς σχέσεις, η επικοινωνία και η νομική, έστρεψαν τον φακό τους σε αυτό τον ‘μεγαλόκοσμο’, εμβαθύνοντας μέσω ποικίλων μεθοδολογιών[4]. Η βιβλιογραφία είναι περισσότερο πλούσια στη μελέτη των διαπροσωπικών απολογιών και στους τρόπους που τα άτομα επιδιώκουν να επιλύσουν τις διαφορές τους και λιγότερο ευρεία στις ενδο-ομαδικές απολογίες[5]. Οι πρώτες εμπειρικές έρευνες για τη σχέση συγγνώμης – συγχώρεσης σε ενδο-ομαδικό επίπεδο εμφανίστηκαν μόλις το 2008[6].

Η χρήση των απολογιών είναι οικεία σε πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες και επιχειρηματίες -οι οποίοι κάνουν χρήση της συγγνώμης για να εκφράσουν τύψεις για αδικίες του παρελθόντος επιδιώκοντας να αρχίσουν να «προχωρούν». Μπορούμε να συναντήσουμε σε πολλές πτυχές της καθημερινότητας μας τις επίσημες απολογίες… από τις δηλώσεις της Γενικής Διευθύντριας ενός Ποδοσφαιρικού Πρωταθλήματος, μέχρι το δελτίο τύπου ενός Διευθύνοντος Συμβούλου μιας πολυεθνικής εταιρείας ηλεκτρονικών, ακόμη και σε μια ομιλία του πάπα της καθολικής εκκλησίας για μια γενοκτονία, πολιτιστική και όχι μόνο! Μπορούν να εκφραστούν από δημόσια σώματα/φορείς –κράτη, κυβερνήσεις, θεσμούς- ως ανταπόκριση στην ιστορική αδικία .

Στη νέα χιλιετία, όλο και περισσότεροι ηγέτες ομάδων έχουν ζητήσει επίσημα συγγνώμη για συλλογικές παραβιάσεις. Ιστορικά, ειδικά πριν από τα μέσα του 20ου αιώνα, μια ομάδα για να απολογηθεί σε μια άλλη θα έπρεπε να είχε προηγηθεί στρατιωτική ήττα. Από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και έπειτα, αυτό το φαινόμενο μεταλλάχθηκε και οι ομάδες ζητούν όλο και περισσότερο συγγνώμη για λάθη και παραβιάσεις του παρελθόντος, αλλά και του παρόντος.

Σημαντικές απολογίες που έλαβαν χώρα σε επίπεδο διεθνής σκηνής είναι η απολογία του πρώην πρωθυπουργού της Μεγάλης Βρετανίας, Tony Blair, όπου ζήτησε δημόσια συγγνώμη για τη συμβολή του κράτους στο μεγάλο λιμό στην Ιρλανδία, από τον οποίο έχασαν τη ζωή τους πλέον του ενός εκατομμυρίου Ιρλανδοί. Επίσης, σημαντικός σταθμός είναι η απολογία του πρώην Προέδρου των ΗΠΑ, Bill Clinton, στο λαό της Γουατεμάλας για την υποστήριξη που παρείχε η κυβέρνηση των ΗΠΑ στα δικτατορικά καθεστώτα της χώρας, όπου κατά τη διάρκεια των τριανταέξι ετών που διήρκεσε ο ‘βρώμικος πόλεμος’ (1960-1996) εκτελέστηκαν δεκάδες χιλιάδες επαναστάτες και ιθαγενείς (Maya).

Υποστηρίζεται πως οι επίσημες απολογίες για ιστορικές παραβιάσεις μπορούν να θέσουν τις βάσεις για την ανάπτυξη της συγχώρεσης μεταξύ ομάδων[7]. Εξού και περιλαμβάνονται στην εργαλειοθήκη των πρακτικών επανόρθωσης, ενώ μπορούν να γίνουν κατανοητές και ως ηθικές πρακτικές. Ένεκα του ιδιαίτερου περιεχομένου τους εκπηγάζουν από αυτές πολύ σημαντικές πολιτικές λειτουργίες[8]:

  • Επιβεβαιώνουν την κατάσταση των θυμάτων και ότι ο πομπός που εκφράζει την απολογία αναγνωρίζει πως είναι ηθικά αίτιος. Αυτή η επιβεβαίωση και αναγνώριση λαμβάνει χώρα στη δημόσια σφαίρα.
  • Μπορούν να ‘πάψουν’ τη δημόσια επανεξέταση και τη συζήτηση σχετικά με τις κοινωνικές νόρμες και να δημιουργήσουν νέες προοπτικές επιθυμητών σχέσεων μεταξύ κράτους-κοινωνίας.
  • Προωθούν την επανερμηνεία της ιστορίας.

Είναι οι απολογίες ένα undo σε μια πραγματική διάσταση;

Οι απολογίες δεν μπορούν και δεν αναιρούν ότι έχει συμβεί. Είναι ναι μεν μια εκδήλωση ύπαρξης αντίληψης για τα γενόμενα, αλλά μια απολογία δεν δύναται να διορθώσει το ιστορικό λάθος. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να επανέλθουν στη ζωή και η ζημία δεν μπορεί να επισκευαστεί. Οι απολογίες δεν αποτελούν αποκλειστικό μέσο αναζήτησης δικαιοσύνης, μπορούν όμως να λειτουργήσουν ως μέσο εξιλέωσης και καταπράυνσης του κλίματος -αν και όχι πάντα.

Είναι μέρος μιας παρατεταμένης διαδικασίας και είναι πιθανόν να τις συναντήσουμε ως μέρος μιας δέσμης μέτρων ανταποδοτικής δικαιοσύνης, υλικής αποκατάστασης, αποζημίωσης ή επανόρθωσης. Η ευπλαστότητα που έχουν οι αναπαραστάσεις των ανθρώπων για τις απολογίες, υπογραμμίζει πως η διαδικασία της συγγνώμης και συγχώρεσης δεν μπορούν να είναι προϊόν μιας χρονικής στιγμής[9].

Η αναγνώριση μιας αδικοπραγίας, η ανάληψη ευθυνών και η έκφραση λύπης και μετάνοιας είναι ένας τρόπος για την προώθηση της συμφιλίωσης για τα λάθη του παρελθόντος. Η συγχώρεση μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της ψυχικής υγείας, ενώ από μια πιο θεραπευτική προσέγγιση είναι σημαντικό τα δικαστικά διαβήματα να διαφοροποιηθούν και να ενθαρρύνουν τη διαδικασία της συγχώρεσης[10]. Οι επίσημες απολογίες μπορούν να βοηθήσουν στην οικοδόμηση ή στην ανοικοδόμηση της εμπιστοσύνης στον απόηχο των μαζικών θηριωδιών[11], αλλά αυτό δεν ισχύει παντού και πάντοτε.

Εκφράστηκαν και πιθανότατα θα συνεχίσουν να εκφράζονται απολογίες για διάφορες ιστορικές πληγές. Ωστόσο, το πώς γίνονται αντιληπτές τέτοιου είδους απολογίες στα μέλη της ομάδας των θυμάτων, είτε στα μέλη του δράστη δεν είναι απόλυτα διαυγές και κατανοητό[12].

                                                                          

Μαρία Δίπλαρου

Διδακτορική Φοιτήτρια

Τμήματος Πολιτικών Επιστημών

Πανεπιστήμιο Κύπρου

 

[1] Ely & Gleason, 2006.

[2] Schleien, Ross, & Ross, 2010.

[3] Ely & Gleason, 2006.

[4] Kampf & Blum-Kulka, 2007.

[5] Philpot & Hornsey, 2008; Hornsey, Wohl, & Philpot, 2015.

[6] Hornsey, Wohl, & Philpot, 2015.

[7] Hornsey & Wohl, 2013.

[8] Verdeja, 2010.

[9] Philpot & Hornsey, 2011.

[10] Allan, Allan, Kaminer, & Stein, 2006.

[11] Andrieu, 2009.

[12] Wohl, Matheson, Branscombe, & Anisman, 2013.

 

 

[1] Ely & Gleason, 2006.

[2] Schleien, Ross, & Ross, 2010.

[3] Ely & Gleason, 2006.

© 2024 EDON. All Rights Reserved.