Πίτα με τα σουβλάκια, ίσως το πιο αγαπητό λαϊκό φαγητό ολόκληρης της Κύπρου. Όπως πολλοί διεθνείς οικονομολόγοι χρησιμοποιούν το Big-Mac για να δουν την ισοδυναμία της αγοραστικής δύναμης μεταξύ των νομισμάτων, όπως διάφοροι άλλοι οικονομολόγοι χρησιμοποιούν την πίτσα ή την πώληση κραγιόν για να εξηγήσουν και να αναλύσουν την οικονομία, έτσι κι εμείς αλληγορικά και λίγο σαν οικονομικοί αμοραλιστές, θα χρησιμοποιήσουμε τον δικό μας δείκτη «τσέπης» για να δούμε τι είναι ο πληθωρισμός, τι είναι η ΑΤΑ και πώς όλα αυτά επηρεάζουν τους εργαζόμενους, πέραν από τη γευστική απόλαυση του φαγητού.
Τα σουβλάκια με αριθμούς
Για χρόνια ολόκληρα η τιμή πώλησης της πίτας με τα σουβλάκια έφτανε μέχρι τα πέντε ευρώ. Τα τελευταία χρόνια όμως, είχαμε μια άνοδο της τιμής μέχρι που σήμερα φτάσαμε στη μέση τιμή των εφτά ευρώ. Θα έπρεπε να αναρωτηθούμε αν αυτό προκύπτει από την αύξηση αποκλειστικά του κέρδους των επιχειρήσεων σουβλακιών ή αν υπάρχει κάποιος άλλος λόγος που να το εξηγεί.
Ζητήσαμε από τη Στατιστική Υπηρεσία και μας έδωσε κάποια στοιχεία για τα βασικά κόστη που έχει η παραγωγή μιας πίτας με σουβλάκια. Σύμφωνα με τις τιμές αυτές και με δεδομένο πως το έτος βάσης μας είναι το 2015, η μέση τιμή πώλησης της πίτας έχει αυξηθεί κατά 17.77%, η μέση τιμής πώλησης του χοιρινού έχει αυξηθεί κατά 22.94%, η μέση τιμή πώλησης των φρέσκων λαχανικών έχει αυξηθεί κατά 31.70% και η μέση τιμή πώλησης του κάρβουνου έχει αυξηθεί κατά 42.73%! Επιπλέον, πρέπει να σημειώσουμε ότι στα κόστη των ψηστών πρέπει να λάβουμε υπόψη και τα υπόλοιπα αυξανόμενα λειτουργικά έξοδα, όπως ρεύμα, ενοίκια κλπ.
Μέσα από τα κόστη μπορούμε να παρατηρήσουμε πως υπάρχει γενικευμένη ακρίβεια. Εμφανίζεται αυτό που ονομάζουμε «πληθωρισμός» – όταν δηλαδή στα αγαθά και τις υπηρεσίες υπάρχει γενικευμένη αύξηση των τιμών. Παράλληλα, είναι δεδομένο πως γι’ αυτή την άνοδο των τιμών δεν ευθύνεται ο απλός ψήστης ή ο απλός πωλητής αλλά γενικά τα αδιέξοδα της λειτουργίας του καπιταλισμού και της ανάπτυξης του μεγάλου κεφαλαίου.
…και ταξικές αντιθέσεις στα σουβλάκια
Η πίτα με τα σουβλάκια δημιουργεί και μερικούς ταξικούς συνειρμούς. Τόσο οι χαμηλά και μεσαία αμειβόμενοι αλλά και οι golden boys των τραπεζών, δηλαδή όλα τα άτομα ανεξαρτήτως ταξικής προέλευσης, παραγγέλνουν από τα ίδια μαγαζιά το ίδιο αγαπημένο φαγητό. Η άνοδος των τιμών, ο πληθωρισμός, μπορεί να είναι ενιαία όμως δεν πλήττει το ίδιο όλες και όλους. Η αύξηση αυτή επηρέασε πρωτίστως τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα και παράλληλα, σχεδόν σίγουρα αμελητέα, τα άτομα με αυξημένα εισοδήματα. Άρα, στα πλαίσια του συστήματος, εάν δεν μεσολαβήσει οποιαδήποτε πολιτική παρέμβαση, τις επιπτώσεις του πληθωρισμού επωμίζονται οι χαμηλομεσαία αμειβόμενοι.
ΑΤΑ: προάσπιση των εργαζομένων
Στα πλαίσια του καπιταλισμού δεν μπορούν να νικηθούν τα δομικά αδιέξοδα που έχει το ίδιο το σύστημα και να δημιουργηθούν οι προοπτικές για ένα κόσμο κοινωνικά δίκαιο. Έχουν όμως κερδηθεί από την εργατική τάξη, από τους αγώνες των εργαζομένων, εργαλεία που μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά τουλάχιστον σε επιμέρους ζητήματα την επιβίωση τους.
Ένα τέτοιο εργαλείο που στην Κύπρο κλείνει 80 χρόνια ζωής και έχει κερδίσει η εργατική τάξη με πρωτεργάτη την ΠΕΟ, είναι η Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή (ΑΤΑ). Με μια πρόταση, η ΑΤΑ εμποδίζει την απορρόφηση του κόστους από τον πληθωρισμό από τα χαμηλά και μεσαία στρώματα της κοινωνίας. Πιο συγκεκριμένα, η ΑΤΑ έρχεται και προσμετρά τον πληθωρισμό και αναπροσαρμόζει ανάλογα τους μισθούς, επαναφέροντας πίσω την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων.
Δηλαδή, αν ο εργαζόμενος παίρνει μισθό 1000 ευρώ το μήνα και η τιμή της πίτας είναι πέντε ευρώ, τότε ο εργαζόμενος μπορεί να αγοράσει 200 πίτες. Αν η τιμή της πίτας είναι εφτά ευρώ, τότε μπορεί να αγοράσει μόνο 142 πίτες. Επομένως, με την αύξηση της τιμής, αγοράζει 58 πίτες λιγότερες, άρα μειώνεται η αγοραστική του δύναμη.
Η ΑΤΑ έρχεται να ανεβάσει το μισθό στο επίπεδο που θα αποκαθιστά την αγοραστική δύναμη του εργαζόμενου, ούτως ώστε να μπορεί να αγοράσει και πάλι 200 πίτες. Η ΑΤΑ σήμερα δεν προβλέπεται νομοθετικά αλλά κατοχυρώνεται μέσα από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και ανέρχεται στο 66.7% του βασικού μισθού.
Στην πορεία ανάπτυξης του καπιταλισμού, οι εργαζόμενοι και εργαζόμενες θα αποστερούνται όλο και περισσότερο αυτά που ίδιοι παράγουν, ολοένα και περισσότερο θα οξύνεται η εκμετάλλευση τους από το κεφάλαιο και ολοένα και περισσότερο θα δυσκολεύονται να ικανοποιήσουν τις βασικές τους ανάγκες. Μπορούν, όμως, μέσα από τον ταξικό-οικονομικό αγώνα να κερδίσουν και να προστατεύσουν αυτά τα εργαλεία που βελτιώνουν, έστω στο ελάχιστο, τη ζωή τους. Παράλληλα, μπορούν μέσα από τον πολιτικό αγώνα, με καθοδηγητή το ΑΚΕΛ, να παλέψουν και κερδίσουν μια πολύ διαφορετική κοινωνία.
Αλέξανδρος Γερολατσίτης
Μέλος Κεντρικής Γραμματείας ΕΔΟΝ