Η τριτοβάθμια, δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση είναι ότι πιο απαραίτητο και πιο προοδευτικό μπορεί να παρέχει ένα κράτος στους πολίτες του. Είναι απαραίτητο γιατί μέσα από τη δημόσια εκπαίδευση δίνεται η ευκαιρία στον καθένα να μορφωθεί στο πεδίο όπου ενδιαφέρεται αλλά δίνεται και η ευκαιρία στο κράτος να επενδύσει στο μέλλον του, το οποίο είναι τόσο οι νέοι επιστήμονες όσο και οι νέοι εργαζόμενοι.
Στην Κύπρο η δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση βρίσκεται ακόμη σε νηπιακό στάδιο. Αν σκεφτεί κανείς ότι το Πανεπιστήμιο Κύπρου λειτουργεί εδώ και 18 χρόνια, το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου (ΤΕΠΑΚ) λειτουργεί εδώ και 3 χρόνια όπως επίσης και το Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου, τότε μπορεί να αναλογιστεί τις συνέπειες. Στην Κύπρο η Ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση προϋπήρχε της δημόσιας, έτσι σήμερα οι φοιτητές που σπουδάζουν στο εξωτερικό αλλά και στα ιδιωτικά πανεπιστήμια (πρώην κολλέγια) της Κύπρου είναι πολύ περισσότεροι από αυτούς που σπουδάζουν στα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα. Μεγάλη ευθύνη για αυτό το γεγονός φέρει κυρίως η παράταξη της δεξιάς, προβάλλοντας μάλιστα επιχειρήματα του τύπου «θα κινδυνεύσει η ελληνικότητα του νησιού μας και ότι η εκπαίδευση θα πρέπει να παρέχεται από τον εθνικό κορμό» για χρόνια έφερνε προσκόμματα για τη δημιουργία ενός δημόσιου πανεπιστημίου στην Κύπρο. Δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο δημόσιο πανεπιστήμιο ιδρύθηκε επί διακυβέρνησης Βασιλείου, μάλιστα η έλλειψη ουσιαστικής στήριξης στη δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση από τη δεκαετή διακυβέρνηση του ΔΗΣΥ, κόστισε στην περαιτέρω ανάπτυξη της.
Ως ΕΔΟΝ θα πρέπει να συνεχίσουμε να έχουμε έγνοια μας τη δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση του τόπου και να την περιφρουρούμε, αφού οι σημερινές συνθήκες το επιτάσσουν όσο πότε άλλοτε εξαιτίας του πλαισίου και του περιεχομένου που θέλουν να δώσουν κάποιοι στην δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα μέσα από τις φιλελεύθερες πολιτικές που η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει να προωθήσει για την παιδεία μετατρέποντας τα δημόσια πανεπιστήμια σε επιχειρήσεις οι οποίες θα εξειδικεύουν προσωπικό σύμφωνα με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.
Αυτό προωθείται μέσα από συγκεκριμένες προτάσεις που προσπαθούν να επιβάλουν μέσα από τη διακήρυξη της Μπολόνια και τη στρατηγικής της Λισσαβόνας όπως είναι για παράδειγμα η δημιουργία γραφείων διασύνδεσης με τις επιχειρήσεις από τα πανεπιστήμια και μέσα από αυτό να μεταβιβαστεί η χρηματοδότηση της έρευνας στον ιδιωτικό τομέα καθώς και η προώθηση των τρίχρονων προγραμμάτων σπουδών τα οποία έχουν ως σκοπό την εξειδίκευση σε περιορισμένο πεδίο κάτι που θα περιορίζει το γνωστικό πεδίο του φοιτητή άρα και τα προσόντα του μελλοντικού εργαζόμενου.
Με αυτό τον τρόπο θα αποτελεί ο νέος εργαζόμενος στόχο εκμετάλλευσης τόσο από άποψη αποδοχών όσο και προοπτικών ανέλιξης. Αν προχωρήσουμε ακόμα περισσότερο θα αντιληφθούμε ότι προωθείται η κυριαρχία μιας ‘’ελίτ’’ εργαζομένων οι οποίοι έχουν αποκτήσει μια σειρά από πτυχία, διπλά και τριπλά μεταπτυχιακά και πάει λέγοντας, μια ελίτ που θα υπερισχύει από κάθε άποψης έναντι του απλού εργαζόμενου, με τις χαμηλού-περιορισμένου επιπέδου γνώσεις του, αφού η τσέπη του και οι ανάγκες που του επιβάλλει η ίδια η ζωή τον ανάγκασαν να τις περιορίσει σε ένα απλό πτυχίο, χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο. Το όραμα μας λοιπόν, δεν ταυτίζεται με το όραμα της πλουτοκρατίας! Το όραμα μας δεν ταυτίζεται σε καμία περίπτωση με τον περιορισμό της γνώσης μας και των δικαιωμάτων μας.
Θα πρέπει λοιπόν με τη δυναμική μας παρέμβαση στα κέντρα λήψεως αποφάσεων να ζητούμε την εντατικοποίηση της υλοποίησης της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έτσι ώστε να καταστούν τα δημόσια πανεπιστήμια χώροι όπου οι Κύπριοι φοιτητές θα αποκτούν το απαραίτητο επιστημονικό υπόβαθρο, ένα ευρύ πεδίο γνώσεων και θα τελειώνουν το πανεπιστήμιο έχοντας καλλιεργήσει κριτική σκέψη και όντας έτοιμοι, να μπορούν να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της σημερινής κοινωνίας.
Επίσης, θα πρέπει να αυξάνεται σταδιακά ο αριθμός των εισακτέων στα δημόσια πανεπιστήμια όπως επίσης και να δημιουργούνται νέα τμήματα έτσι ώστε οι υποψήφιοι φοιτητές να έχουν επιλογές από ένα μεγάλος εύρος θεμάτων. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα η δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση να μπορεί να καλύπτει ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό των Κύπριων φοιτητών και η Κύπρος να γίνει ένα πραγματικό κέντρο έρευνας όπου θα δίνεται η ευκαιρία στους Κύπριους επιστήμονες να καθορίζουν το περιεχόμενο της έρευνας το οποίο θα στηρίζεται στις ανάγκες της κυπριακής κοινωνίας και επίσης, σταδιακά επιβάλλεται η Κύπρος να καταστεί αυτάρκης από άποψη Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, κάτι που θα έχει πολυδιάστατες θετικές επιπτώσεις για τον τόπο μας. Στόχος επίσης θα πρέπει να είναι η εξυγίανση του τρόπου λειτουργίας των δημόσιων πανεπιστημίων μέσα από την καλύτερη διαχείριση των οικονομικών τους έτσι ώστε να παρέχουν την καλύτερη υλικοτεχνική υποδομή στους σπουδαστές τους.
Όραμα μας λοιπόν είναι η δημιουργία ενός πιο δημοκρατικού πανεπιστημίου το οποίο θα έχει στο επίκεντρο τον άνθρωπο και την παροχή των απαραίτητων γνώσεων σε αυτόν, έτσι ώστε να μπορεί και ο ίδιος να συμβάλει στην πραγματική πρόοδο του λαού μας και όχι την στείρα εξυπηρέτηση του καπιταλιστικού συστήματος.
Μενελάου Ανθούλα
Μέλος Φοιτητικής Γραμματείας
Οργανωτική Γραμματέας Τ.Ε. ΕΔΟΝ Πανεπιστημίου Κύπρου