Ένα ανησυχητικό σενάριο που θυμίζει την περίοδο του Μεσοπολέμου αρχίζει να διαμορφώνεται πάνω από την Ευρώπη. Ακόμη και πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, υπήρχε έντονος προβληματισμός για το μέλλον της ευρωπαϊκής ασφάλειας στο ενδοϊμπεριαλιστικό μέτωπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ.
Το βασικό ερώτημα ήταν κατά πόσο ακόμα οι ΗΠΑ θα είχαν το ρόλο του εγγυητή της ασφάλειας μιας γηράσκουσας Ευρώπης, μέσω του ΝΑΤΟ, ή το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού στρατού στα πρότυπα και εντός των δομών του ΝΑΤΟ.
Αυτή η συζήτηση γινόταν διαρκώς στο παρασκήνιο, με τις ΗΠΑ να βάζουν πάντα ένα τέλος στη συζήτηση για έναν ανεξάρτητο ευρωπαϊκό στρατό. Ωστόσο, η κατάσταση άλλαξε ριζικά μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την αναζωπύρωση του πολέμου στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Η ανάγκη για αναβίωση της στρατιωτικής βιομηχανίας της Ευρώπης αναδείχθηκε σε προτεραιότητα εντός του ενδοϊμπεριαλιστικού στρατοπέδου, με την Ε.Ε. να εστιάζει πλέον στην ενίσχυση της αμυντικής της παραγωγής.
Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα από τη «δωρεά» στρατιωτικού εξοπλισμού από χώρες της Ε.Ε. προς την Ουκρανία, περιλαμβάνοντας προηγμένα γερμανικά άρματα μάχης Leopard 2A6, αντιαρματικά όπλα, drones και άλλα συστήματα, τα οποία ουσιαστικά άδειασαν τα ευρωπαϊκά οπλοστάσια. Ο στόχος ήταν να ενισχυθεί η Ουκρανία ώστε να πραγματοποιήσει τη μεγάλη «αντεπίθεση» την άνοιξη του 2023, φυσικά, πάντα με τις ευλογίες του πραγματικού κυρίαρχου της Ε.Ε., των Ηνωμένων Πολιτειών.
Αυτό έμελλε να αλλάξει με την εκλογή του νέου «παντοκράτορα» στο πηδάλιο των ΗΠΑ, του Trump. Η αλλαγή στη στάση των ΗΠΑ στο Ουκρανικό γκρέμισε τη δυτική ψευδαίσθηση περί ασφάλειας στην Ευρώπη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, στις 4 Μαρτίου 2025, η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, να παρουσιάσει την πρωτοβουλία "ReArm Europe", ένα φιλόδοξο σχέδιο για την ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με στόχο τη συγκέντρωση έως και 800 δισεκατομμυρίων ευρώ για την άμυνα της γηραιάς ηπείρου απέναντι στην υποτιθέμενη ρωσική απειλή.
Αυτή η «ανάπτυξη» θα χρηματοδοτηθεί από τα κρατικά ταμεία, με τον «ιδρώτα» των λαών που θα κληθούν να κάνουν θυσίες μέχρι να φτάσει η στιγμή που θα θυσιαστούν και οι ίδιοι στον πολεμικό «βωμό» του κέρδους. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες συζητούν πλέον ανοιχτά την αύξηση των αμυντικών δαπανών έως και 3,5% του ΑΕΠ ή και περισσότερο μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Σε αυτή την «αρχιτεκτονική ασφάλειας» δεν μπορεί να λείπει το ΝΑΤΟ, το οποίο θα λειτουργεί «συμπληρωματικά» με την Ε.Ε. Δεν λείπει φυσικά και η Τουρκία, η δεύτερη στρατιωτική δύναμη στο ΝΑΤΟ, μια κατοχική, επιθετική και αυταρχική δύναμη που με την ανοχή της Ε.Ε. και της Δύσης επεμβαίνει στρατιωτικά για να «καθαρίσει» τις βρόμικες δουλειές της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Ακόμη και τώρα που χιλιάδες Τούρκοι πολίτες εναντιώνονται στον αυταρχισμό του Ερντογάν, η Ε.Ε. και οι λεγόμενες ευρωπαϊκές αξίες έχουν πεταχτεί από το παράθυρο στον βωμό της σταθερότητας και της συνοχής της «ευρωπαϊκής ασφάλειας».
Η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη είναι μέρος αυτής της αδιέξοδης και επικίνδυνης πορείας. Η δέσμευση της Κύπρου στο άρμα της Δύσης, που έχει τις ρίζες της στην κυβέρνηση Αναστασιάδη-ΔΗΣΥ, δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης αυτής της πολιτικής. Έτσι, στηρίζει τις αποφάσεις που μεταφέρουν κονδύλια από τις κοινωνικές πολιτικές στις πολεμικές βιομηχανίες, συναινεί στη βαθύτερη σύζευξη ΕΕ-ΝΑΤΟ και στηρίζει τον εξοπλισμό της Ουκρανίας προκειμένου να διαιωνίζεται ο πόλεμος.
Σε μια εποχή που η εργατική τάξη και η νεολαία της Ευρώπης στενάζουν κάτω από το βάρος της κρίσης, οι καπιταλιστές ετοιμάζουν νέα πολεμικά σφαγεία, μετατρέποντας τη νέα γενιά σε αναλώσιμο υλικό για τα κέρδη τους. Εκατομμύρια νέοι, συνταξιούχοι και εργαζόμενοι βυθίζονται στη φτώχεια, ενώ τα βασικά κοινωνικά δικαιώματα, όπως η στέγη, η πρόσβαση στην ενέργεια και οι δημόσιες υπηρεσίες, γίνονται όλο και πιο απρόσιτα.
Η ανεργία, η επισφαλής εργασία και οι εξευτελιστικοί μισθοί καταδικάζουν τους νέους σε μια ζωή χωρίς προοπτική, σε έναν διαρκή αγώνα επιβίωσης όπου οι ανάγκες τους θυσιάζονται στον βωμό της «δημοσιονομικής πειθαρχίας» και της εξυπηρέτησης του κεφαλαίου. Και ενώ η φτώχεια βαθαίνει, οι κυβερνήσεις της Ε.Ε., λειτουργώντας ως διαχειριστές των συμφερόντων της αστικής τάξης, προωθούν μαζικές στρατιωτικές δαπάνες χρηματοδοτώντας τους πολεμικούς μηχανισμούς των ιμπεριαλιστών.
Οι νέοι και οι νέες που οργανώνονται στην ΕΔΟΝ έχουν ιστορικό χρέος να μπουν μπροστά στον αγώνα ενάντια σε αυτή την πολιτική. Να πρωτοστατήσουν στους αγώνες της νεολαίας, να αποκαλύψουν τον πραγματικό χαρακτήρα των αποφάσεων και να μην επιτρέψουν να γίνουν τα παιδιά του λαού καύσιμο για τις πολεμικές μηχανές του κεφαλαίου. Με τη δύναμη του ΑΚΕΛ και του λαϊκού κινήματος, να υψώσουμε φωνή αντίστασης και διεκδίκησης για μια κοινωνία χωρίς φτώχεια, πολέμους και εκμετάλλευση!
Χρίστος Ελ Χατάπ
Μέλο Συντακτικής Επιτροπής «ν»